Γιατί τόλμησα να αφήσω μια άνετη ζωή έξω, για να ζήσω το όνειρό μου στην Ελλάδα
Θυμάμαι, ήταν Αύγουστος του 2014. Καθόμουν με τη γυναίκα μου Helen (Ελενίτσα) στην πίσω αυλή του σπιτιού μας στο Brisbane της Αυστραλίας. Τα πάντα ήταν ήσυχα γύρω μας, τα πάντα εκτός από το μυαλό μας!!! Είχαν περάσει σχεδόν δυο μήνες που είχαμε επιστρέψει από τις διακοπές μας στην Ελλάδα, με τις δυο μας κόρες Ιωάννα και Σοφία 10 και 8 χρονών τότε και το ορκίζομαι ότι ακόμα μπορούσα να ακούω τα κύματα της Μεσογείου και να νιώθω τον καυτό ήλιο στο πρόσωπό μου. Γύρισα στο πλάι και κοίταξα την Ελενίτσα που και εκείνη φαινόταν χαμένη νοητικά, σε κάποια παραλία της Ρόδου.
Χαμογέλασα και της είπα: “Λες; Λες να το κάνουμε; Είσαι σίγουρη; Πάμε Ελλάδα;» Τα μάτια της έλαμψαν σαν παιδί που αντικρίζει πρώτη φορά τον Άγιο Βασίλη. “Περιμένω σαν τρελή, δυο μήνες τώρα, για να ακούσω αυτές τις λέξεις από το στόμα σου” μου είπε και αμέσως άρχισε να κλαίει με δάκρυα χαράς.
Αυτή η κουβέντα είχε ξεκινήσει από το αεροδρόμιο Ελ. Βενιζέλος κατά την επιστροφή μας από τις διακοπές στην Ελλάδα, στα τέλη Ιουνίου 2014, όταν η Ελενίτσα που είναι «καθαρόαιμη» Αυστραλή μου είχε πει τότε: “Εδώ θέλω να περάσω το υπόλοιπο της ζωής μου” εννοώντας το νησί της Ρόδου. Όντως, οι διακοπές μας ήταν τέλειες! Περάσαμε σχεδόν δυο εβδομάδες στη Ρόδο και μια εβδομάδα στη Disneyland στο Παρίσι. Διακοπές, που όλοι χρειαζόμασταν.
Η Ελενίτσα εργαζόταν για την Αυστραλιανή Κυβέρνηση, ως εκπαιδευτικός, σε παιδιά με προβλήματα συμπεριφοράς και ΑΜΕΑ, έχοντας πολλές διακρίσεις στον τομέα της και Master σπουδών. Εγώ, με τη σειρά μου, είχα μια επικερδή εργασία σαν Operations Manager σε εστιατόρια και τα κορίτσια μας πήγαιναν σε ένα από τα καλύτερα ιδιωτικά σχολεία του Brisbane.
Γενικά, ήμασταν μια ευτυχισμένη οικογένεια, που ζούσαμε σε ένα αρκετά μεγάλο σπίτι, σε μια καλή περιοχή, με τα δυο μας αμάξια, τη μηχανή μου, τον σκύλο μας και όλα τα καλά που μπορεί να προσφέρει μια χώρα σαν την Αυστραλία. Ήμασταν σχεδόν σαν αυτές τις οικογένειες που βλέπουμε στις Αμερικάνικες σειρές, που βγάζουν βόλτα το σκύλο το απόγευμα, γύρω από τη λίμνη, με τα παιδιά στα ποδήλατα τους και που όλοι χαιρετιούνται στο δρόμο με ένα πλατύ χαμόγελο…
Όμως…. κάτι έλειπε από την εικόνα. Κάτι, που δεν μπορούσαμε να εξηγήσουμε. Το βρήκαμε όμως, αν και έπρεπε να ταξιδέψουμε 23 ώρες με το αεροπλάνο για να το βρούμε. Αυτό που έλειπε ήταν όχι τα λεφτά ή όλα τα υλικά αγαθά που είχαμε σε αφθονία. Αυτό που έλειπε ήταν κάτι από την καρδιά και την ψυχή μας. Και αυτό το κάτι, το βρήκαμε στη Ρόδο. Ένα υπέροχο νησί, που έκανε το μυαλό, την ψυχή και την καρδιά μας να γαληνέψει.
Βιώνοντας όλα αυτά τα συναισθήματα -ακόμα πολύ δυνατά μέσα μου- και αφού κατάφερα να ηρεμήσω την Ελενίτσα που είχε τρελαθεί από τη χαρά της, την ρώτησα αν είναι σίγουρη για αυτό το τόλμημα. Προσπαθούσα να είμαι ο «λογικός κρίκος αυτής της αλυσίδας». Της εξήγησα ότι πρόκειται για μεγάλο τόλμημα. Τα παιδιά και εκείνη δεν μιλούσαν καθόλου ελληνικά, θα αφήναμε και οι δυο τις σίγουρες δουλειές μας, τις πολύ καλές αποδοχές μας και, και, και…
Έκανα το συνήγορο του διαβόλου με κάποιο τρόπο και έβαζα στο τραπέζι, όποιο αρνητικό επιχείρημα έβρισκα. Και μην με παρεξηγήσετε , αγαπώ την πατρίδα μου αλλά, ετοιμαζόμασταν να μετακομίσουμε σε μια χώρα με τεράστια ανεργία, με Capital Controls, με Grexit να ακούγεται κάθε μέρα στις ειδήσεις και όλα αυτά, που όλοι εσείς, ξέρετε καλύτερα από εμένα, σχετικά με το τι γινόταν στην Ελλάδα το 2014…
Εκείνη, απλά με κοίταγε και δεν μιλούσε καθόλου, ώσπου είπε την κουβέντα που νομίζω ότι άλλαξε τα πάντα. «Εάν όχι τώρα, πότε; Είμαστε σχεδόν 40 χρονών. Θέλεις να περιμένουμε μέχρι τα παιδιά να μεγαλώσουν και μετά να πάμε; Ας ζήσουμε τη ζωή τώρα, μαζί με τα παιδιά μας!» Αυτό ήταν! Είχε δίκιο…
Καθίσαμε και οι δυο για πάνω από μια ώρα, σιωπηλοί, κοιτάζοντας τ’ αστέρια. Μας πήρε συνολικά 15 μήνες για να επιστρέψουμε πίσω στην Ελλάδα και πιο συγκεκριμένα στη Ρόδο, αυτή τη φορά, όχι για διακοπές αλλά για ΜΟΝΙΜΑ! Τα συναισθήματα απίστευτα! Ήμασταν ελεύθεροι!!!
Για να είμαι ειλικρινής, ένιωθα ένα φόβο μέσα μου, για το πώς θα εξελιχθούν τα πράγματα. Περπατούσα σε αχαρτογράφητη περιοχή, ναι μεν Έλληνας αλλά όχι Ροδίτης. Ήμουν Αθηναίος που ζούσα στην Αυστραλία εδώ και 13 χρόνια. Ένιωθα την πίεση από την πρώτη μέρα…
Το πρώτο πράγμα που έπρεπε να κάνουμε, ήταν να γράψουμε τα παιδιά στο σχολείο. Ξέχασα να πω ότι ήταν Σεπτέμβριος, για την ακρίβεια 11 Σεπτεμβρίου του 2015. Τα σχολεία είχαν σχεδόν καλύψει τις θέσεις των μαθητών που μπορούσαν να πάρουν και τα κορίτσια ήταν λίγο “ιδιαίτερη” περίπτωση για κάθε σχολείο, μιας και δεν μιλούσαν καθόλου τη γλώσσα.
Αφού πηγαίναμε από σχολείο σε σχολείο, τελικά, το 1ο Δημοτικό Σχολείο Ρόδου, μας δέχτηκε. Έπρεπε όμως, να πάνε μια τάξη «κάτω», για να μπορέσουν να πάρουν σωστές βάσεις. Ξέρω ότι, τα κορίτσια μου είναι δυνατοί χαρακτήρες και ότι θα τα κατάφερναν μια χαρά. Ήξερα ότι θα ήταν δύσκολα στην αρχή αλλά θα τα καταφέρναμε όλοι μαζί σαν οικογένεια, όπως και έγινε.
Εγώ, με τη σειρά μου, προσπάθησα να οργανώσω όλα τα χαρτιά, άδειες παραμονής για την Ελενίτσα, ΙΚΑ, εφορία, σπίτι να νοικιάσουμε, αυτοκίνητο κλπ., δουλειές οι οποίες αποδείχτηκαν Άθλοι! Ένιωθα σαν να κουβαλούσα νερό με τρύπιο κουβά καθημερινά. Πήγαινα από τη μια υπηρεσία στην άλλη, λες και ήμουν τρελός. “Χρειαζόμαστε αυτό το χαρτί, χρειαζόμαστε το άλλο χαρτί, α, αυτό δεν ισχύει, πρέπει να πάτε εκεί, γιατί σας έστειλαν εδώ, πρέπει να πάτε πίσω και να σας δώσουν αυτό το χαρτί, ποιος σας το είπε αυτό κύριέ μου, λάθος κάνουν” και όλα αυτά τα υπέροχα συμβάντα που συμβαίνουν στη λατρεμένη χώρα που ζούμε. Ένιωθα σαν να ζω μέσα σε ένα φλιπεράκι, και η μπίλια ήμουν εγώ -πάντα μου άρεσαν τα φλιπεράκια, από μικρό παιδί.
Όμως, παρόλα αυτά, κάθε μεσημέρι, παίρναμε τα παιδιά από το σχολείο και πηγαίναμε για βόλτα στην παραλία… Μαγεία! Ο καιρός περνούσε, τα παιδιά μάθαιναν κάποια ελληνικά και η Ελενίτσα ήταν στους 7 ουρανούς. Και έτσι, κάπως, ήρθαν τα πρώτα Χριστούγεννα στην Ελλάδα. Μόλις είχαμε μπει στο καινούργιο μας σπίτι, σε ένα υπέροχο χωριό στην Ιαλυσό, πέντε λεπτά από τη θάλασσα.
Εκείνα τα Χριστούγεννα ήταν κάπως διαφορετικά, όχι μόνο γιατί ήμασταν σε μια άλλη χώρα και ήταν χειμώνας (στην Αυστραλία, τα Χριστούγεννα είναι το καλοκαίρι) αλλά γιατί το δέντρο μας ήταν πιο μικρό και τα κουτιά κάτω από το δέντρο πολύ πιο λίγα.
Τα λεφτά άρχισαν να λιγοστεύουν σιγά σιγά. Ένιωθα κάπως, ήθελα να δω τις αντιδράσεις των κοριτσιών. Όταν κατέβηκαν το πρωί, έδειξαν λίγο σαστισμένες αλλά συνέχισαν με γέλια και χαρά. Εκείνη τη μέρα, μια μέρα που δεν θα ξεχάσω για πολλά χρόνια, κάναμε μια κουβέντα όλοι μαζί. Μια κουβέντα, στην οποία ανοίξαμε τις καρδιές μας και μιλήσαμε για όλα. Καταλήξαμε στο πόσο ευγνώμονες είμαστε που μένουμε σε ένα υπέροχο νησί και παρόλο που δεν έχουμε όλα τα λεφτά και υλικά αγαθά που είχαμε στην Αυστραλία, ωστόσο, είμαστε κατά περίεργο τρόπο όλοι μας, πιο ευτυχισμένοι! Τα πρώτα μας Χριστούγεννα στην Ελλάδα -κατά γενική ομολογία- ήταν τα καλύτερα Χριστούγεννα μέχρι τώρα.
Αμέσως μετά τις διακοπές, εγώ έπιασα δουλειά σαν νυχτερινός φύλακας σε ένα μεγάλο ξενοδοχείο το οποίο ήταν κλειστό αλλά χρειάζονταν φύλακα για το βράδυ. Έντεκα το βράδυ με οκτώ το πρωί και με μισθό… άστο καλύτερα.
Λίγο πριν το Πάσχα, το νησί αρχίζει να ζωντανεύει, όλοι ετοιμάζονται για τη ‘’σεζόν’’. Έκανα αίτηση μαζί με την Ελενίτσα σε ένα τουριστικό πράκτορα από Αγγλία που φέρνει κόσμο στο νησί και έγινα δεκτός. Εγώ αλλά όχι και η Ελενίτσα. Ήταν κάτι και αυτό, τουλάχιστον θα έχουμε ένα εισόδημα. Καθώς έφτιαχνε και ο καιρός, αρχίσαμε πάλι τις μεσημεριάτικες βόλτες μας στην παραλία και ειλικρινά, ζούσαμε ένα όνειρο. Ήταν αυτό που αποκαλούσε η Ελενίτσα “The Simple Life”. Όπως είπα και πριν, δεν είχαμε αυτά που είχαμε στην Αυστραλία αλλά ήμασταν πιο χαρούμενοι και ακόμα πιο αγαπημένοι σαν οικογένεια.
Λίγο αργότερα, βρήκε και η Ελενίτσα δουλειά σαν καμαριέρα σε ένα ξενοδοχείο. Ο κόσμος -κάθε μέρα- μας ρώταγε: ‘’Είστε τρελοί; Αφήσατε την Αυστραλία για να έρθετε εδώ; Εδώ, όλος ο κόσμος φεύγει και εσείς ήρθατε εδώ;”
Αυτό το ‘’εδώ’’ ακόμα και σήμερα με τρελαίνει όποτε το ακούω. Ναι, η χώρα έχει προβλήματα, ναι, οι δρόμοι έχουν λακκούβες, ναι, έχει σκουπίδια, ναι, έχει ανεργία, ναι, έχει γραφειοκρατία και άλλα τόσα πολλά, αλλά έχει και τόσα πολλά καλά!
Έχει μια ενέργεια που δεν υπάρχει πουθενά αλλού, έχει έναν ήλιο που είναι απίστευτος, έχει μια μπλε θάλασσα που σε ταξιδεύει, έχει φιλοξενία, έχει φιλότιμο, έχει τη Μεσογειακή κουζίνα και άλλα τόσα πολλά, που εκατομμύρια άνθρωποι, κάθε χρόνο -πληρώνουν αδρά, για τα ζήσουν μόνο για μια εβδομάδα. Οπότε, ναι, εδώ!
Πέρασε, λοιπόν και η πρώτη «σεζόν’» στο νησί του Ήλιου. Κουραστήκαμε αλλά το απολαύσαμε! Η Ελενίτσα έμαθε τις πρώτες ελληνικές λέξεις «σκούπα και σφουγγαρίζω», έμαθε να μαγειρεύει φακές και σπανακόρυζο και με τα κορίτσια μιλάμε πλέον ελληνικά! Εγώ, άρχισα διαδικτυακό μάρκετινγκ μέσα στο χειμώνα και η Ελενίτσα μαθαίνει ελληνικά από τα κορίτσια. Πάντα ερωτευμένοι με τη θάλασσα, την επισκεπτόμαστε κάθε μέρα.
Τα δεύτερα Χριστούγεννα έφτασαν και πάλι και έχουμε και καινούργιο μέλος στην οικογένεια, την Μαρίνα τη γάτα μας, ένα αδέσποτο γατάκι που τα κορίτσια έφεραν σπίτι. Η Ελενίτσα και τα κορίτσια είναι πολύ ευαισθητοποιημένες με τα αδέσποτα στο νησί αλλά και με το περιβάλλον, γι αυτό, τον χειμώνα τον δεύτερο στο νησί, αποφασίσαμε να πηγαίνουμε έξω κάθε μέρα με μαύρες σακούλες και να μαζεύουμε σκουπίδια γύρω γύρω από τη γειτονιά μας. Η καθαριότητα είναι υπόθεση όλων μας, λένε τα κορίτσια.
Αυτός ο χειμώνας ήταν λίγο πιο βαρύς αλλά τα καταφέραμε μια χαρά. Εγώ, πήγα για δουλειά σαν φύλακας ξανά και η Ελενίτσα συνέχισε να εκπαιδεύεται στη μαγειρική και στην καινούργια της αγάπη, που είναι να ζωγραφίζει πάνω σε πέτρες θαλάσσης. Όπως λέει και η ίδια, η ζωγραφική πάνω στις πέτρες της θάλασσας είναι για εκείνη «διαλογισμός».
Είμαστε όλοι τόσο ευτυχισμένοι, παρ’ όλες τις δυσκολίες. Κάπως τα καταφέρνουμε και περνάμε τέλεια! Και προς μεγάλη μου απορία, κανένας μέχρι στιγμής, δεν έχει κάνει σύγκριση ή αναφορά στην Αυστραλία και πώς ήταν η ζωή μας εκεί.
Άνοιξη και το νησί αρχίζει να βάζει τα καλά του για άλλη μια φορά.
Είναι κάτι σχεδόν μαγικό, να βλέπεις αυτή την μεταμόρφωση που συμβαίνει. Σχεδόν κάθε μέρα, τα παιδιά έρχονται τρέχοντας, για να μας πουν ότι και άλλο ένα μαγαζί με τουριστικά άνοιξε και βεβαίως δεν χάνουμε την ευκαιρία, να πάμε όλοι μαζί να δούμε και φυσικά, τώρα, οι ντόπιοι ξέρουν τα Αυστραλάκια και όλοι μας χαιρετάνε στο δρόμο ή μας καλούν να πιούμε μια «σούμα».
Το κυνήγι για δουλειά ξανά αρχίζει και η Ελενίτσα γίνεται επίσημα μέλος της ομάδας στον τουριστικό πράκτορα που δούλευα εγώ, την προηγούμενη σεζόν. Εγώ, όμως, είχα βάλει στο “μάτι” μια δουλειά από πέρυσι και έστειλα το βιογραφικό μου. Και επειδή… το σύμπαν συνηγορεί, με προσέλαβαν. Ο επίσημος τίτλος; “Οδηγός Σαφάρι”. Παίρνουμε τους τουρίστες για 4×4 με Land Rover Defender παρακαλώ!
Τι να πω; Το χαμόγελο ήταν μονίμως ζωγραφισμένο στο πρόσωπό μου για εφτά μήνες. Η ομορφιά αυτού του νησιού είναι κάτι άλλο. Ήμουν όλη μέρα στα βουνά, μέσα στη φύση και ήμουν απλά, ευτυχισμένος. Η θάλασσα, το βουνό, οι μυρωδιές, τα χρώματα, είναι σχεδόν σαν να έχεις αλλάξει διάσταση και όλες οι αισθήσεις σου δουλεύουν σαν τρελές!
Και δεν σταματά εκεί.
Η εικόνα του να γυρίζεις σπίτι και να βλέπεις τα «Αυστραλάκια» να τρέχουν στο δρόμο φωνάζοντας “μπαμπά, μπαμπά” με τα ιδρωμένα προσωπάκια τους και τα κόκκινα μάγουλα από το παιχνίδι, όλη μέρα στο δρόμο, να σε παίρνουν αγκαλιά και να σε συνοδεύουν σπίτι, όπου βλέπω την Ελενίτσα να κάθεται κάτω από την μπουκαμβίλια με τα μάτια της να λάμπουν από χαρά, είναι κάτι που ακόμα και τώρα που γράφω αυτές τις γραμμές, φέρνουν δάκρυα χαράς στα μάτια μου.
Ε ναι, λοιπόν, εδώ!!!
Εδώ, σε αυτή την χώρα που μας γεμίζει χαρά.
Εδώ, σε αυτό το νησί, που τα παιδιά μου μεγαλώνουν σαν παιδιά.
Εδώ, σε αυτό το χωριό, που μυρίζει ακόμα ο ξυλόφουρνος.
Εδώ, γιατί τόλμησα να ακούσω την καρδιά μου και όχι τη λογική μου.
Εδώ, γιατί τόλμησα να ζήσω τα όνειρά μου και όχι να ονειρεύομαι τη ζωή μου.
Εδώ, γιατί τόλμησα να εμπιστευτώ το σύμπαν.
Εδώ, γιατί τόλμησα να ΖΗΣΩ!!!
Δημήτρης Μελαχροινός