Αφιέρωμα

Δέκα παράδοξα γεγονότα της Αρχαίας Ελλάδας που δεν αποδέχτηκε ποτέ η ιστορία

advertisement

Τα μεταλλικά ιπτάμενα άρματα και οι στυμφαλίδες όρνιθες

Πανάρχαιοι θρύλοι που διασώθηκαν για χιλιάδες χρόνια στόμα με στόμα, κρυμμένοι στα βάθη των αιώνων και γεγονότα που η ιστορία αρνήθηκε να καταγράψει ως ιστορικά.

Μπορεί η παγκόσμια επιστημονική κοινότητα να κωφεύει, αλλά δεν αργεί ο καιρός που οι ιστορικοί θα αναγκαστούν να δεχτούν την αρχαία υπερτεχνολογία του απώτατου παρελθόντος!

Πρώτο παράδοξο

Ο Άβαρης πάνω σε χρυσό μαγικό βέλος ταξίδευε από τόπο σε τόπο Θαυματοποιός, μάγος και ιατρός της αρχαιότητος, υιός του Σεύθου. Ήτο ιερέας του Απόλλωνος, ο οποίος τον είχε καταστήσει ικανό να κάνει θαύματα και να ταξιδεύει από τόπο σε τόπο διασχίζοντας τον αέρα πάνω σε χρυσό μαγικό βέλος, όπως μας αναφέρει ο Ηρόδοτος.

advertisement

Ο Άβαρης σαν ιππέας έκαμε ταξίδια στους αιθέρες. Μετά από εντολή του Απόλλωνος, έκανε το γύρω της γης χωρίς να λάβει καμμία τροφή σε όλο το διάστημα της περιφοράς, δηλαδή του γύρου της γης. Όταν ήλθε στην Ελλάδα θεράπευσε ασθενείς, δίδαξε την ιατρική επιστήμη, καθάρισε συνειδήσεις, έσωσε ψυχές, κατέπληξε τον κόσμο με τα υπερφυσικά έργα του και τις προφητείες του.

Σε αυτόν αναφέρονται ο Πλάτωνας στο έργο του «Χαρμίδης», ο Μένδης της Αιγύπτου στο έργο του «Φυσικά», ο Ηρακλείδης ο Ποντικός (από την Ηράκλεια του Πόντου) και πολλοί άλλοι.

Ο Ηρόδοτος στο 4ο βιβλίο του γράφει πολλές λεπτομέρειες για την ζωή του Άβαρη. Στην αρχαιότητα κυκλοφορούσαν πολλά αποκρυφιστικά βιβλία, τα οποία αποδίδοντο στον Άβαρη, όπως τα Σκυθικά μυθεύματα και μια Θεογονία σε πεζό λόγο.

Δεύτερο παράδοξο

Οι χρυσοί και ασημένιοι αθάνατοι πανίσχυροι μηχανικοί σκύλοι του βασιλέως Αλκίνοου.

Οι Θεοί ήταν ιδιαίτερα ευχαριστημένοι με τον βασιλιά Αλκίνοο και μέσω της τέχνης του Ηφαίστου του χάρισαν χρυσούς και ασημένιους αθάνατους και πανίσχυρους μηχανικούς σκύλους για την προστασία του παλατιού του.

Τρίτο παράδοξο

Οι χρυσές θεραπαινίδες του Ηφαίστου εις τον Όλυμπο για τους Θεούς και τον ίδιο

Ο Ήφαιστος αν και τυπικά ήταν παντρεμένος με την Αφροδίτη αισθάνετο πολύ μοναξιά και αναγκάστηκε να φτιάξει μερικές χρυσές γυναίκες – θεραπαινίδες να τον βοηθάνε στο εργαστήριο, να τον στηρίζουν για να περπατάει καλύτερα, αλλά και για να έχει κάποιον να μιλάει.

Επίσης είχε κατασκευάσει για τους θεούς, κοπέλλες σαν τα «κρύα τα νερά», όμως ήτο από χρυσό, και είχαν ένα πλεονέκτημα, δεν μιλούσαν.

Αλλά ότι ήθελαν οι θεοί το έκαμαν, δηλαδή φέρε μου, νέκταρ, έφερνε νέκταρ. Φέρε μου αμβροσία, έφερνε αμβροσία, ότι τις ζητούσαν έκαναν.

Δηλαδή «υπηρέτριες» του Ολύμπου, όπου δεν ήσαν άνθρωποι, χρυσές, δηλαδή άψυχα όντα. Μήπως ρομπότ; πράγμα που κατά τον Isaac Asimov αποτελεί την πρώτη αναφορά σε ρομπότ.

Επίσης ο Ήφαιστος είχε κατασκευάσει για τους θεούς κάτι σαν μικρά τραπεζάκια, που κάθε ένα είχε αυτό που ήθελε ο κάθε θεός, και τα οποία εκινούντο μόνα τους, και τα ονόμαζον αυτόματον.

Τέταρτο παράδοξο

Οι βοηθοί του Ηφαίστου

Είχε κατασκευάσει «αυτόματα» και για τον εαυτόν του, άνδρες από χρυσό ή μπρούτζο άνδρες οι οποίοι ήσαν επιστήμονες, τεχνίτες και οποίοι βοηθούσαν τον Ήφαιστο σε ότι τεχνούργημα ήθελε να κατασκευάσει.

Πέμπτο παράδοξο

Ο Τάλως κατασκευή του Ηφαίστου

Ο Τάλως ήτο κατασκεύασμα του Ηφαίστου, ο οποίος ήτο ένας πανύψηλος πολεμιστής χάλκινος δώρο στον βασιλέα της Κρήτης τον Μίνωα. Ο Τάλως έκανε τον γύρω της Κρήτης 3 φορές το 24ωρο. Όποιον έβλεπε να πλησιάζει και ήτο επικίνδυνος, του έριχνε βράχια και του βούλιαζε το καράβι.

Λέγεται ο Ηφαίστος θέλοντας να τιμήσει τον Τάλω για τον άδικο χαμό, είχε σπρωχθεί από τον Δαίδαλο «κατά λάθος» από την Ακρόπολη.

Ο Δαίδαλος Ο Τάλως φαίνεται πως ήταν ένας από τους καλύτερους αρχιτέκτονες της εποχής διότι σε αυτόν αποδίδεται το κτίσιμο των ναών της Αθηνάς και του Ποσειδώνος. Ο ναός της Αθηνάς κτίστηκε εις τον βράχο της Ακροπόλεως όπου σε αυτόν μάλλον είχε τοποθετηθεί για πρώτη φορά τον ξύλινο άγαλμα της προστάτιδος θεάς της πόλεως.

Ήτο ένας πάρα πολύ όμορφος νέος και λέγεται πως αυτή η μεγάλη του επιτυχία είναι που παρακίνησε την ζηλοφθονία του Δαίδαλου προς τον Τάλω και τον γκρέμισε «κατά λάθος» από την Ακρόπολη με αποτέλεσμα τον θάνατο του μεγάλου αρχιτέκτονα.
Η ιστορία αναφέρει πως ο Άρειος Πάγος που ανέλαβε την υπόθεση της εκδικάσεως του θανάτου του Τάλω καταδίκασε τον Δαίδαλο αφού και σαφώς δεν δέχτηκε την δικαιολογία της «κατά λάθους» ρίψεώς του αρχιτέκτονος από τον βράχο της Ακροπόλεως.
Δια την αποφυγή τιμωρίας ο Δαίδαλος έφυγε από την Αθήνα και ως φυγάς πηγαίνει εις την Κρήτη. Εδώ αρχίζει και η σχέση του με τον Μίνωα.

Άλλοι λέγουν ότι δεν είχε ουδεμία σχέση ο Τάλως του Δαιδάλου με τον Τάλω του Ηφαίστου.

Έκτο παράδοξο

Μεταλλικά ιπτάμενα άρματα

Ο Όμηρος, εξάλλου, στα έπη του, περιγράφει τις αστραπιαίες μετακινήσεις των ολύμπιων θεών στον αιθέρα με μεταλλικά άρματα. Μας δίνει, με τον τρόπο αυτόν, την υπόνοια μιας θεϊκής τεχνολογίας πολύ ανώτερης του ανθρώπου της εποχής εκείνης.
Αναφέρει ο Όμηρος στην Ιλιάδα του, πως η Ήρα πέταξε από τον Όλυμπο πάνω από τα Πιέρια όρη, την Ημαθία, τα βουνά της Θράκης χωρίς να πατάνε οι φτέρνες της στις κορυφές των βουνών και από τον Άθω κατηφόρησε και «κατέβηκε» στη Λήμνο:

«Ἥρη δ᾽ ἀΐξασα λίπεν ῥίον Οὐλύμποιο, 225
Πιερίην δ᾽ ἐπιβᾶσα καὶ Ἠμαθίην ἐρατεινὴν 226
σεύατ᾽ ἐφ᾽ ἱπποπόλων Θρῃκῶν ὄρεα νιφόεντα 227
ἀκροτάτας κορυφάς· οὐδὲ χθόνα μάρπτε ποδοῖιν· 228
ἐξ Ἀθόω δ᾽ ἐπὶ πόντον ἐβήσετο κυμαίνοντα, 229
Λῆμνον δ᾽ εἰσαφίκανε πόλιν θείοιο Θόαντος.» 230
Ομήρου «Ιλιάς» Ραψωδία Ξ και στίοχοι 225-230

Όταν έκτισε την Κωνσταντινούπολη ο «Μέγας Κωνσταντίνος» μετέφερε σε αυτήν το άρμα του Διός που το οδηγούσαν πύρινα άλογα:

«Διός άρμα εν τετράσιν ίπποις πυρίνοις, ιπτάμενον παρά δύο στηλών, εκ παλαιών χρόνων υπάρχον» [Scriptores originum Constantinopolitarum 1 – Leipzig 1901, ανατ. 1975), σελ. 41-42.]

Έβδομο παράδοξο

Οι στυμφαλίδες όρνιθες

Αυτές ήσαν στην λίμνη της Στυμφαλίας, πήγε ο Ηρακλής για να τις εξοντώσει. Οι στυμφαλίδες όρνιθες ήτο πουλιά όμως ήτο μεταλλικά και από τα νύχια τους εκτόξευαν νύχια και κτυπούσαν τον αντίπαλό τους (σιδερένιο πουλί ;).

Όγδοο παράδοξο

Η μεταφορά του Οδυσσέως εις την πατρίδα του, με πλοίο των Φαιάκων

Ο Αλκίνοος, ζητώντας από τον Οδυσσέα πληροφορίες για την χώρα του και τον λαό του, του λέγει: « Πες μου και την χώρα σου και τον λαό σου και την πόλη, για να ετοιμασθούν προς την κατεύθυνση αυτή τα πλοία και να σε πάνε, γιατί δεν υπάρχουν κυβερνήτες σε αυτά, ούτε πηδάλια που έχουν τ’ άλλα καράβια, διότι αυτά αναγνωρίζουν τις διαθέσεις και τις σκέψεις των ανθρώπων και γνωρίζουν τις πατρίδες όλων και τους εύφορους αγρούς και σαν πουλιά διαβαίνουν τις θαλασσινές αποστάσεις, σκεπασμένα με σκοτάδι και συννεφιά και ποτέ δεν υπάρχει φόβος να πάθουν καμμία βλάβη ή ν’ αφανισθούν»

Και φυσικά ο διάλογος [σε ερμηνεία όχι μετάφραση δια την καλύτερη κατανόηση] μεταξύ του Οδυσσέως και του Αλκίνοου είναι ενδιαφέρων διότι αναφέρονται τα ακόλουθα:

Όταν έφθασε η ώρα της αναχωρήσεώς του από το νησί τους, οι Φαίακες του λέγουν : έλα εδώ ξένε πες μας που μένεις, την χώρα σου, και την πόλη σου. Να το πούμε στο πλοίο να σε πάει.

Απαντά ο Οδυσσέας, θα το πω εγώ στον καπετάνιο, α ! τα δικά μας τα πλοία του απαντούν οι Φαίακες δεν έχουν ούτε καπετάνιους ούτε ναύτες, ούτε κατάρτια, ούτε πανιά, ούτε τιμόνια.

Απαντά ο Οδυσσέας, μα τι είδους πλοία είναι αυτά;

Πες εσύ μην σε νοιάζει που πας, να το βάλλει το πλοίο στο «μυαλό του» (υπολογιστής;) και θα σε πάει, το βάζει στο μυαλό του και αφού προγραμματισθεί εκείνο σε πάει.

Και πως σε πάει, αφού δεν έχει καπετάνιο, ναύτες, κατάρτια, πανιά και τιμόνια;

Σε πάει με ασφάλεια, χωρίς να σε βλέπει κανείς, πετώντας στο ουρανό ή ταξιδεύοντας κάτω από το κύμα μέσα σε Νεφέλη (;). Το πλοίο καταλαβαίνει την διάθεσή σου και θα περάσεις καλά στον δρόμο.

Ομήρου –«Οδύσσεια, κεφάλαιο θ, στίχοι 555-­565
εἰπὲ δέ μοι γαῖάν τε· τεὴν δῆμόν τε πόλιν τε, 555
ὄφρα σε τῇ πέμπωσι τιτυσκόμεναι φρεσὶ νῆες· 556
οὐ γὰρ Φαιήκεσσι κυβερνητῆρες ἔασιν, 557
οὐδέ τι πηδάλι᾽ ἔστι, τά τ᾽ ἄλλαι νῆες ἔχουσιν· 558
ἀλλ᾽ αὐταὶ ἴσασι νοήματα καὶ φρένας ἀνδρῶν, 559
καὶ πάντων ἴσασι πόλιας καὶ πίονας ἀγροὺς 560
ἀνθρώπων, καὶ λαῖτμα τάχισθ᾽ ἁλὸς ἐκπερόωσιν 561
ἠέρι καὶ νεφέλῃ κεκαλυμμέναι· οὐδέ ποτέ σφιν 562
οὔτε τι πημανθῆναι ἔπι δέος οὔτ᾽ ἀπολέσθαι. 563
ἀλλὰ τόδ᾽ ὥς ποτε πατρὸς ἐγὼν εἰπόντος ἄκουσα 564

Διακρίνεται σαφέστατα στα λόγια του ‘Αλκινόου ότι τα πλοία των Φαιάκων δεν είχαν καμμία σχέση, ούτε από άποψη μορφής, ούτε από άποψη λειτουργίας με τα συνηθισμένα αρχαία πλοία.

Ένατο παράδοξο

Ναυμαχία της Σαλαμίνος

Αρχηγός του ελληνικού στόλου Ευρυβιάδης, Σπαρτιάτης, εκείνος όμως που ήξερε την πολεμική τέχνη στην θάλασσα καλά, ήτο ο Θεμιστοκλής ο οποίος είχε πάρει και χρησμό, ότι η Αθήνα θα σωθεί από τα ξύλινα τείχη. Μερικοί, τότε που είχαν έρθει οι Πέρσες, είχε γίνει η μάχη των Θερμοπυλών και μετά την προδοσία του Εφιάλτου, προχώρησαν προς την Αθήνα.

Εν συντομία, όταν οι Πέρσες βάδιζαν προς την Αθήνα, μαζεύτηκαν οι πολιτικοί και από την άλλη οι στρατιωτικοί και λένε οι πολιτικοί : να τα βρούμε με τους Πέρσες, γιατί οι Πέρσες έρχονται και μας κάνουν χρυσούς από πάνω μέχρι κάτω. Και απαντούν οι πατριώτες οι Αθηναίοι : δεν υπάρχει χρυσός πάνω από την γη, ούτε χρυσός κάτω από την γη που να μας κάνει να προδώσουμε την πατρίδα μας.

Τότε παίρνουν τα κεφάλια των πολιτικών και λένε, θα πολεμήσουμε.

Ωστόσο επειδή υπήρχε χρησμός ώστε να σωθεί η Αθήνα από τα ξύλινα τείχη, μερικοί έβαλαν ένα ξύλινο τείχος γύρω – γύρω από την Ακρόπολη για να σωθούν από την Περσική λαίλαπα, ενώ ο Θεμιστοκλής είπε ότι τα ξύλινα τείχη είναι τα πλοία.
Καίνε οι Πέρσες τα ξύλινα τείχη, καίνε και την Αθήνα, και αυτοί οι οποίοι δεν θεώρησαν τα ξύλινα τείχη πέριξ της Ακροπόλεως ότι αυτά ήτο ο χρησμό είχαν καταφύγει στην Σαλαμίνα.

Τότε ο ελληνικός στόλος έρχεται στο στενό μεταξύ Αθήνας και Σαλαμίνος και έρχονται οι Πέρσες από την μια μεριά από την πλευρά του Πειραιώς και πάνε να κάνουν κυκλωτική κίνηση ώστε να τους κλείσουν και από την άλλη μεριά της Ελευσίνος.

Τότε λέγει ο Ευρυβιάδης να φύγουμε πριν μας κλείσουν και μας συνθλίψουν, ο Θεμιστοκλής απαντά όχι θα πολεμήσουμε εδώ μέσα στα στενά. Φθάνει δε στο σημείο να στείλει το δάσκαλο των παιδιών του, ο οποίος ήτο μισός Πέρσης και μισός Έλληνας, να τους ειδοποιήσει ότι οι Έλληνες θα προσπαθήσουν να φύγουν από την πάνω μεριά της Σαλαμίνος, της Ελευσίνος, ο οποίος το ομολόγησε όταν ήτο σίγουρος ότι ο δάσκαλος των παιδιών του είχε κάμει αυτό που ήθελε, δηλαδή να κλείσουν οι Πέρσες τους Έλληνες στο στενό της Σαλαμίνος.

Οι Πέρσες πάνε τότε από την πάνω μεριά της Σαλαμίνος και κλείνουν τους Έλληνες στα στενά, θεωρώντας οι Πέρσες ότι τώρα θα τους νικήσουν διότι δεν έχουν από πού να διαφύγουν, άρα η νίκη είναι δική τους.

Αναφέρουν δυο αρχαίοι ιστορικοί : « καθώς εγένετο η ναυμαχία είδαν πολλοί μάρτυρες, στην Ελευσίνα στο Θριάσιο πεδίο που υπήρχον τα ιερά των Ελλήνων να υψώνονται καπνοί και φλόγες και με πολύ μεγάλη φασαρία να φεύγουν πύρινες γλώσσες, να ανεβαίνουν στον ουρανό και να πάνε να πέφτουν επάνω εις τα Περσικά πλοία και να τα κατακαίουν (είδος πυραύλου ;).

Επίσης ανάμεσα στα πλοία καθώς εγένετο η ναυμαχία, εμφανίσθηκαν μεταλλικοί δράκοντες εντός της θαλάσσης οι οποίοι ελίσσονται ανάμεσα ελληνικών και περσικών πλοίων, εμβολίζοντας τα περσικά.

Οπότε γίνεται κατανοητό γιατί ο Θεμιστοκλής «πρόδωσε» τον ελληνικό στόλο διότι θα ήξερε κάποιο μυστικό των ιερών της Ελευσίνος, και γι’ αυτό ήθελε η μάχη να γίνει στο στενό ;
Η ανωτέρω αναφορά γίνεται από τον Ηρόδοτο εις την Ουρανία στίχος 65:

65. ἔφη δὲ Δίκαιος ὁ Θεοκύδεος, ἀνὴρ Ἀθηναῖος φυγάς τε καὶ παρὰ Μήδοισι λόγιμος γενόμενος τοῦτον τὸν χρόνον, ἐπείτε ἐκείρετο ἡ Ἀττικὴ χώρη ὑπὸ τοῦ πεζοῦ στρατοῦ τοῦ Ξέρξεω ἐοῦσα ἔρημος Ἀθηναίων, τυχεῖν τότε ἐὼν ἅμα Δημαρήτῳ τῷ Λακεδαιμονίῳ ἐν τῷ Θριασίῳ πεδίῳ, ἰδεῖν δὲ κονιορτὸν χωρέοντα ἀπ᾽ Ἐλευσῖνος ὡς ἀνδρῶν μάλιστά κῃ τρισμυρίων, ἀποθωμάζειν τε σφέας τὸν κονιορτὸν ὅτεων κοτὲ εἴη ἀνθρώπων, καὶ πρόκατε φωνῆς ἀκούειν, καί οἱ φαίνεσθαι τὴν φωνὴν εἶναι τὸν μυστικὸν ἴακχον.

[2] εἶναι δ᾽ ἀδαήμονα τῶν ἱρῶν τῶν ἐν Ἐλευσῖνι γινομένων τὸν Δημάρητον, εἰρέσθαί τε αὐτὸν ὅ τι τὸ φθεγγόμενον εἴη τοῦτο. αὐτὸς δὲ εἰπεῖν «Δημάρητε, οὐκ ἔστι ὅκως οὐ μέγα τι σίνος ἔσται τῇ βασιλέος στρατιῇ· τάδε γὰρ ἀρίδηλα, ἐρήμου ἐούσης τῆς Ἀττικῆς, ὅτι θεῖον τὸ φθεγγόμενον, ἀπ᾽ Ἐλευσῖνος ἰὸν ἐς τιμωρίην Ἀθηναίοισί τε καὶ τοῖσι συμμάχοισι.

[3] καὶ ἢν μέν γε κατασκήψῃ ἐς τὴν Πελοπόννησον, κίνδυνος αὐτῷ τε βασιλέι καὶ τῇ στρατιῇ τῇ ἐν τῇ ἠπείρῳ ἔσται, ἢν δὲ ἐπὶ τὰς νέας τράπηται τὰς ἐν Σαλαμῖνι, τὸν ναυτικὸν στρατὸν κινδυνεύσει βασιλεὺς ἀποβαλεῖν.

[4] τὴν δὲ ὁρτὴν ταύτην ἄγουσι Ἀθηναῖοι ἀνὰ πάντα ἔτεα τῇ Μητρὶ καὶ τῇ Κούρῃ, καὶ αὐτῶν τε ὁ βουλόμενος καὶ τῶν ἄλλων Ἑλλήνων μυεῖται· καὶ τὴν φωνὴν τῆς ἀκούεις ἐν ταύτῃ τῇ ὁρτῇ ἰακχάζουσι». πρὸς ταῦτα εἰπεῖν Δημάρητον «σίγα τε καὶ μηδενὶ ἄλλῳ τὸν λόγον τοῦτον εἴπῃς·

[5] ἢν γάρ τοι ἐς βασιλέα ἀνενειχθῇ τὰ ἔπεα ταῦτα, ἀποβαλέεις τὴν κεφαλήν, καὶ σε οὔτε ἐγὼ δυνήσομαι ῥύσασθαι οὔτ᾽ ἄλλος ἀνθρώπων οὐδὲ εἶς. ἀλλ᾽ ἔχ᾽ ἥσυχος, περὶ δὲ στρατιῆς τῆσδε θεοῖσι μελήσει».

[6] τὸν μὲν δὴ ταῦτα παραινέειν, ἐκ δὲ τοῦ κονιορτοῦ καὶ τῆς φωνῆς γενέσθαι νέφος καὶ μεταρσιωθὲν φέρεσθαι ἐπὶ Σαλαμῖνος ἐπὶ τὸ στρατόπεδον τὸ τῶν Ἑλλήνων. οὕτω δὴ αὐτοὺς μαθεῖν ὅτι τὸ ναυτικὸν τὸ Ξέρξεω ἀπολέεσθαι μέλλοι. ταῦτα μὲν Δίκαιος ὁ Θεοκύδεος ἔλεγε, Δημαρήτου τε καὶ ἄλλων μαρτύρων καταπτόμενος.

Εις το ανωτέρω αναφέρεται και ο Πλούταρχος εις το έργο του «Βίοι παράλληλοι – Θεμιστοκλής», στίχος 15,1 :

15. ἐν δὲ τούτῳ τοῦ ἀγῶνος ὄντος φῶς μὲν ἐκλάμψαι μέγα λέγουσιν Ἐλευσινόθεν, ἦχον δὲ καὶ φωνὴν τὸ Θριάσιον κατέχειν πεδίον ἄχρι θαλάττης, ὡς ἀνθρώπων ὁμοῦ πολλῶν τὸν μυστικὸν ἐξαγόντων Ἴακχον. ἐκ δὲ τοῦ πλήθους τῶν φθεγγομένων κατὰ μικρὸν ἀπὸ γῆς ἀναφερόμενον νέφος ἔδοξεν αὖθις ὑπονοστεῖν καὶ κατασκήπτειν εἰς τὰς τριήρεις. ἕτεροι δὲ φάσματα καὶ εἴδωλα καθορᾶν ἔδοξαν ἐνόπλων ἀνδρῶν ἀπ’ Αἰγίνης τὰς χεῖρας ἀνεχόντων πρὸ τῶν Ἑλληνικῶν τριηρῶν· οὓς εἴκαζον Αἰακίδας εἶναι παρακεκλημένους εὐχαῖς πρὸ τῆς μάχης ἐπὶ τὴν βοήθειαν.

Δέκατο παράδοξο

Η δια μέσου της δρυός δυνατότητα να γίνονται ορατά τα κεκρυμμένα της γης

Ο Λυγκεύς ο υιός του Αφαρέως και της Αρήνης, περιώνυμος κατά τους αρχαίους δια την οξυδέρκειά του.

Ο Πίνδαρος μας πληροφορεί ότι ηδύνατο να βλέπει και δια μέσου στελέχους δρυός ή κατ’ άλλους και τα υπό την γην κεκρυμμένα εκ τούτου και η παροιμία «οξύτερον του Λυγκέως βλέπειν».

Κατά τον πόλεμο των Διοσκούρων προς τους Αφαρείδες, ο Λυγκεύς εφονεύθηκε υπό του Πολυδεύκου.

advertisement
Back to top button