“Δεν θα ξαναγαπήσω”: Το τραγούδι που από μεγάλη αποτυχία έγινε ύμνος από τον Καζαντζίδη
Το “Δεν θα ξαναγαπήσω”, σε σύνθεση του Μάνου Λοΐζου και σε στίχους του Λευτέρη Παπαδόπουλου, είναι ένα από τα δύο τραγούδια που έγραψαν οι δύο μεγάλοι δημιουργοί για τον Στέλιο Καζαντζίδη.
Από το 1972 που γράφτηκε για πρώτη φορά, το “Δεν θα ξαναγαπήσω” ή “Το Μερτικό“, όπως προτιμούν να το αποκαλούν οι Καζαντζιδικοί, έχει γνωρίσει τεράστια επιτυχία και έχει ξαναηχογραφηθεί εκατοντάδες φορές. Αγαπήθηκε δε τόσο, που χιλιάδες λαού συνόδευσαν με αυτό τον Στέλιο στην τελευταία του κατοικία
Ο Λευτέρης Παπαδόπουλος στο βιβλίο του “Στην αρχή ήταν ο Καζαντζίδης” (εκδόσεις Καστανιώτη) αναφέρει χαρακτηριστικά:
«Μια περίπτωση ετεροχρονισμένης επιτυχίας είχαμε και στο τραγούδι «Δεν θα ξαναγαπήσω». Τα πράγματα όμως ας τα δούμε απ’ την αρχή: όταν ο Νικολόπουλος με το πρώτο του τραγούδι «Νυχτερίδες κι αράχνες», σε στίχους του Κώστα Βίρβου, έβγαλε ένα μεγάλο σουξέ, ήρθε και με βρήκε στα «ΝΕΑ» με προτροπή του Καζαντζίδη για να συνεργαστούμε.
Ενιωσα μεγάλη ικανοποίηση γιατί θεωρούσα – και θεωρώ – τον Στέλιο Καζαντζίδη μέγιστο έλληνα τραγουδιστή. Και χαίρομαι πολύ όταν, πηγαίνοντας στο Ηράκλειο της Κρήτης, μια τεράστια λεωφόρος στη γειτονική προσφυγούπολη, την Αλικαρνασσό, φέρει το όνομα αυτού του σπουδαίου τραγουδιστή. Η Λεωφόρος Στέλιου Καζαντζίδη πήρε αυτό το όνομα γιατί το ήθελε – και αγωνίστηκε για να το επιβάλει – ένας φίλος του τραγουδιστή, ίσως ο πιο αγνός και παθιασμένος, ο Μπλομπλός. Μανώλη τον λένε τον Μπλομπλό, αλλά του βγάλανε από το παρατσούκλι γιατί όλη την ημέρα αλλά και πολλές νύχτες βρίσκεται στη θάλασσα, κυνηγώντας ψάρια με το ψαροντούφεκο. Μανιώδης ψαροντουφεκάς, όποτε βουτήξει, γιατί ξέρει τα «σημάδια», βγάζει τεράστια ψάρια, κυρίως ροφούς, και ταΐζει τους φίλους του. Εναν καιρό που ήταν άρρωστος ο Ανδρέας Παπανδρέου και ξεκουραζόταν στην Ελούντα, ο Μπλομπλός τον επισκεπτόταν κάθε μέρα και του πήγαινε για ψήσιμο μια υπέροχη συναγρίδα!
Το ίδιο έκανε και όταν αρρώστησε ο Καζαντζίδης: κάθε μέρα έπαιρνε το αεροπλάνο και έτρεχε να τον βρει, κουβαλώντας του μπερεκέτια. Ψάρια, φυσικά, καβουρομάνες, χταπόδια θηλυκά και κρεατικά υψηλής ποιότητας!
Ξεμακρυνα πάλι με τις ιστορίες μου, που η μια γεννάει και μιαν άλλη. Επανέρχομαι, λοιπόν, στον Καζαντζίδη και στον Νικολόπουλο στο γραφείο μου. Ρωτάω τον Νικολόπουλο: «Πόσες χιλιάδες δίσκους πούλησε το “Νυχτερίδες κι αράχνες” ώς τώρα;». «Εκατό χιλιάδες», απαντά ο Νικολόπουλος. «Δηλαδή, αφού παίρνουμε ένα φράγκο στον δίσκο, εσύ απ’ αυτό το τραγούδι έχεις εισπράξει ήδη 100.000 δραχμές!». «Οχι», μου λέει ο συνθέτης. «Εχω εισπράξει μόνο 33.500». «Για ποιο λόγο;». «Διότι τα συγγραφικά δικαιώματα τα χωρίζουμε σε τρία μερίδια. Ενα μερίδιο παίρνω εγώ, ένα ο Βίρβος και ένα ο Καζαντζίδης».
«Από πού κι ώς πού ο Καζαντζίδης;», ρωτάω ξαφνιασμένος. «Ετσι δουλεύει ο Στέλιος». «Και σε έστειλε σε μένα ζητώντας να συνεργαστούμε με τέτοιους όρους;». «Ναι». «Ε, τότε, δεν γίνεται τίποτα». Ο Νικολόπουλος έφυγε άπρακτος και έτρεξε στον Καζαντζίδη να του πει το μαντάτο. Θύμωσε ο Στέλιος και για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα δεν μου μιλούσε!
Αλλά όταν γράψαμε το «Δεν θα ξαναγαπήσω», ζήτησε από τον Μάτσα, σχεδόν επιτακτικά, να το τραγουδήσει εκείνος. Και ο Μάτσας, βέβαια, δέχτηκε μετά χαράς. Στην ηχογράφηση είχε πάει και η Μάρω – η σύζυγος του Λοΐζου και μητέρα της Μυρσίνης. Το ίδιο βράδυ, ήρθε από το σπίτι μου σαν κεραυνοβολημένη. «Συνέβη κάτι απίστευτο σήμερα!», μου είπε. «Τραγούδησε ο Καζαντζίδης και από τη φωνή του νόμιζα ότι θα πέσουν τα ντουβάρια! Τέτοια δύναμη φωνής δεν είχα ξανακούσει στη ζωή μου! Καλά λένε ότι ο Καζαντζίδης είναι θεός!».
Ανάγκη να σημειώσω εδώ ότι το τραγούδι αυτό, ενώ από τη μεριά μου γράφτηκε μια κι έξω, από τη μεριά του Λοΐζου γράφτηκε με δόσεις: ο Μάνος, στα χρόνια της μεγάλης απενταρίας, έγραψε μουσική για ταινίες λαϊκής κατανάλωσης «φτωχοπαραγωγών». Μία απ’ αυτές τις ταινίες, με τον Φωτόπουλο και τον Σταυρίδη αν θυμάμαι καλά, είχε τίτλο «Μπετόβεν και μπουζούκι». Οπου ο Σταυρίδης ήταν δάσκαλος βιολιού και άφραγκος, ενώ ο Φωτόπουλος έπαιζε μπουζούκι και κέρδιζε πολλά χρήματα. Κεντρικό μουσικό μοτίβο σ’ αυτή την ταινία ήταν το κουπλέ από το «Δεν θα ξαναγαπήσω». Αυτό που λέει «Το μερτικό μου από τη χαρά / μου το ‘χουν πάρει άλλοι». Ο Λοΐζος, λοιπόν, ταίριαξε αυτή τη μελωδία στα λόγια μου, κόλλησε και ένα ρεφρέν και ολοκλήρωσε το τραγούδι. Φυσικά, στο ρεφρέν έβαλα κι εγώ λόγια: «Θε μου, τη δεύτερη φορά» κ.λπ.
Και για να τελειώσω με το «Δεν θα ξαναγαπήσω»: συμπεριελήφθη σ’ έναν δίσκο που έχει τίτλο «Η στενοχώρια μου» και πέρασε μάλλον απαρατήρητο. Οταν όμως ξαναβγήκε, έπειτα από δέκα χρόνια, σε μικρό δισκάκι, αυτόνομο, χάλασε κόσμο! Τραγουδιέται ακόμη και σήμερα. Και οι ακροατές, στα νυχτερινά κέντρα, το τραγουδούν εν χορώ. Αγαπήθηκε δε τόσο αυτό το τραγούδι, που χιλιάδες λαού συνόδευσαν με αυτό τον Στέλιο στην τελευταία του κατοικία!».
Στίχοι
Το μερτικό μου απ’ τη χαρά
μου το ‘χουν πάρει άλλοι
γιατί είχα χέρια καθαρά
και μια καρδιά μεγάλη
γιατί είχα χέρια καθαρά
και μια καρδιά μεγάλη.
Θεέ μου τη δεύτερη φορά
που θα ‘ρθω για να ζήσω
όσο η καρδιά κι αν λαχταρά
δεν θα ξαναγαπήσω.
Σαν θαλασσόδαρτο σκαρί
σαν βράχος ρημαγμένος
ήρθα σαν ξένος στη ζωή
και ξαναφεύγω ξένος
ήρθα σαν ξένος στη ζωή
και ξαναφεύγω ξένος.
Θεέ μου τη δεύτερη φορά
που θα ‘ρθω για να ζήσω
όσο η καρδιά κι αν λαχταρά
δεν θα ξαναγαπήσω.