“Είσαι κλέφτης” φώναζε ο Μητσάκης στον Χατζιδάκι στο δικαστήριο για το “Φτωχό Κομπολογάκι”
Ο Γιώργος Μητσάκης, νεαρός ακόμα συναντά τον Απόστολο Χατζηχρήστο. Εκείνος θα του διδάξει τα μυστικά του μπουζουκιού, θα τον προσκαλέσει στην Αθήνα και θα τον φιλοξενήσει στο σπίτι του στη Δραπετσώνα.
Μαζί με τον Ηλία Ποτοσίδη θα δουλέψουν σαν τρίο παίζοντας σε ταβέρνες και καφενεία, βγάζοντας «πιατάκι». Κατά την περίοδο της κατοχής εμφανίζεται στα μουσικά στέκια γύρω από την Ομόνοια .
Γράφει τα πρώτα του τραγούδια που αμέσως ξεχωρίζουν για την στιχουργική τους φρεσκάδα και για την φροντισμένη και ταιριαστή μουσική τους.
Σύμφωνα με τον Μητσάκη, το περίφημο Κομπολογάκι που ηχογραφήθηκε μετά την απελευθέρωση και την επαναλειτουργία των studio στη Ριζούπολη και μάλιστα σε τρεις παράλληλες εκτελέσεις – είναι βασισμένο σε πραγματικά γεγονότα.
Το κομπολογάκι, που αγόρασε το χειμώνα του ’41 από ένα μαγαζάκι (Το Μινιόν) της Πατησίων στην Αθήνα, με ότι του είχε απομείνει από την αγορά ενός παλτού από τα παλιατζίδικα στο Μοναστηράκι, χάθηκε στην διαδρομή προς την πλατεία Μεταξουργείου, αφού το παλτό είχε τρύπιες τσέπες.
Ο Μητσάκης στεναχωρημένος, έψαξε τριγύρω να το βρει αλλά μάταια. Εκείνη την ώρα του ήρθε έμπνευση. ‘Έβγαλε το πακέτο με τα τσιγάρα και έγραψε «φτωχό κομπολογάκι μου εσύ ήσουν το μεράκι μου, τι θα γίνω τώρα».
Στη συνέχεια τράβηξε κατά το ταβερνάκι του Καρλή για φαγητό. Στο μαγαζί του Καρλή, επειδή γειτόνευε με αρκετά θέατρα, σύχναζαν πολλοί ηθοποιοί και γενικότερα άνθρωποι του καλλιτεχνικού χώρου. Ο Καρλής, για να τους προσελκύει, είχε βάλει ορχήστρα και μάλιστα τον Μάρκο Βαμβακάρη, τον Λαβίδα στο λαούτο και τον Καρίπη στην κιθάρα.
Σε κάποια τραπέζια κάθονταν παρέες ηθοποιών και έτρωγαν. Ο Μητσάκης μπήκε μέσα και έκατσε. Δίπλα στον τοίχο ήταν κρεμασμένο ένα μπουζούκι. Το ξεκρέμασε, έβγαλε το πακέτο με τα τσιγάρα που είχε σημειωμένους τους στίχους και άρχισε να σιγοπαίζει και να σιγοψιθυρίζει το «Φτωχό κομπολογάκι μου».
Διόρθωσε και συμπλήρωσε τους στίχους, ενώ παράλληλα έψαχνε με το μπουζούκι τη μελωδική γραμμή. Βλέποντας τον Καρλή, ο οποίος ήταν μαγαζάτορας, μάγειρας και σερβιτόρος, του έκανε νόημα και του είπε να παίξει κάτι για τον κόσμο, ενώ του υποσχέθηκε ένα πιάτο φασολάδα. Ο Μητσάκης έπαιξε μερικά τραγούδια και οι θαμώνες ενθουσιάστηκαν με το όμορφο παίξιμο του.
Ύστερα από λίγο ο Καρλής, που αντιλήφθηκε ότι ο μικρός «τραβάει», του έφερε ζεστή φασολάδα, ενώ συγχρόνως του πρότεινε επειδή ο Βαμβακάρης ήταν άρρωστος, να πάει αυτός στη θέση του. Η αμοιβή του ήταν ένα πιάτο φασολάδα, μεσημέρι-βράδυ και ένας στουκάς, ένα μικρό ψωμάκι. Ο Μητσάκης δέχτηκε και από την επόμενη ξεκίνησε, ενώ είχε ολοκληρώσει στο μεταξύ στην κάμαρά του και το τραγούδι «Φτωχό κομπολογάκι μου».
Στο μικρό πάλκο του μαγαζιού ανέβηκε με τους Λαβίδα και Καρίπη, οι οποίοι τον ρώτησαν τι ξέρει να παίζει. Τότε ο Μητσάκης, μεταξύ άλλων, τους είπε και για το «Κομπολογάκι». Εκείνη τη στιγμή τους είπε τις νότες και βέβαια, έμπειροι μουσικοί, ο Λαβίδας κι ο Καριπής, το έπαιξαν αμέσως.
Τότε έγινε χαλασμός στο μαγαζί. Όλοι το ζητούσαν ξανά και ξανά. Το είπαν και έξι φορές εκείνο το βράδυ. Από τότε το τραγούδι αγαπήθηκε και διαδόθηκε από στόμα σε στόμα σε ολόκληρη την Αθήνα. Το «Φτωχό κομπολογάκι» τελικά φωνογραφήθηκε στις 12 Ιουνίου το 1946, αφού άνοιξαν και πάλι τα εργοστάσια δίσκων που παρέμειναν κλειστά στα χρόνια της Κατοχής.
Μητσάκης σε Χατζιδάκι: «Είσαι κλέφτης!»
Αρκετά χρόνια μετά, το 1962 ο Μάνος Χατζιδάκις συμπεριέλαβε «Το κομπολογάκι» σε ένα ορχηστρικό πανόραμα, τον δίσκο «Πασχαλιές Μέσα από τη Νεκρή Γη», μαζί με άλλα κορυφαία ρεμπέτικα χωρίς όμως να αναφέρει το όνομα του Γιώργου Μητσάκη.
Στο εξώφυλλο του δίσκου δεν αναγράφονταν οι δημιουργοί των τραγουδιών, ενώ σε κάποια τραγούδια, εκτός από τους γνωστούς τίτλους, που βρίσκονταν σε παρένθεση, ο Χατζιδάκις είχε δώσει κάποιους άλλους δικούς του.
Για παράδειγμα, η «Φραγκοσυριανή» μετονομάστηκε σε «Επιμονή», αφού, όπως είχε δηλώσει σε συνέντευξή του ο Χατζιδάκις, στη φράση «μια φούντωση μια φλόγα, έχω μέσα στην καρδιά» ο Μάρκος χρησιμοποιεί την ίδια νότα σε εννέα συλλαβές.
Το γεγονός ότι στο δίσκο δεν αναγράφονταν τα ονόματα των δημιουργών προκάλεσε την αντίδραση του Γιώργου Μητσάκη ο οποίος μήνυσε τον Χατζιδάκι, ζητώντας αποζημίωση ενός εκατομμυρίου δραχμών.
Παρά τις προσπάθειες συμβιβασμού, η υπόθεση οδηγήθηκε στο δικαστήριο, όπου δόθηκε «ρεσιτάλ μπουζουκιού», όπως έγραφε ο Τύπος της εποχής.
Ο Θεοδωράκης, ως μάρτυρας κατηγορίας, είπε πως “το λαϊκό τραγούδι δεν είναι μπαξέ τσιφλίκι” ενώ οι εξηγήσεις του Χατζιδάκι στη δίκη, ο οποίος υποστήριξε ότι δεν ανέφερε τα ονόματα των συνθετών «για να μη χάσει η δημιουργία του την ενότητά της», εξόργισαν ακόμα περισσότερο τον Μητσάκη που αποκάλεσε «κλέφτη» τον Χατζιδάκι.
«Τα ποσοστά μου τα εισέπραξα, αλλά η ηθική βλάβη που μου προκαλέσατε είναι μεγάλη. «Το κομπολογάκι» είναι το πρώτο μου τραγούδι, αυτό που με έκανε Μητσάκη” είπε στο δικαστήριο.
Η δίκη καθυστέρησε να ολοκληρωθεί, επειδή συνεχώς αναβαλλόταν. Την πρώτη φορά το θέλησε ο Χατζιδάκις, τη δεύτερη επειδή αρρώστησε, την τρίτη επειδή πήγε στην Αμερική για μουσικές υποθέσεις, ενώ μία ακόμη για να κληθούν ως μάρτυρες οι Βασίλης Τσιτσάνης, Γιάννης Παπαϊωάννου, Μάρκος Βαμβακάρης, Σπύρος Περιστέρης και Δ. Γκόγκος. Συνήγοροι του Χατζιδάκι ήταν ο Αλέξανδρος Λυκουρέζος και ο Τ. Ιωάννου.
Η δίκη τελικά είχε ως συνέπεια την απόσυρση του δίσκου και την ρήξη του Μητσάκη με την εταιρία του την Κολούμπια. O συνθέτης μάλιστα έφυγε από την εταιρεία και υπέγραψε συμβόλαιο με την «αντίπαλη» Odeon-Parlophone του Μίνωα Μάτσα, με την οποία συνεργάστηκε μέχρι τα πρώτα χρόνια του ’70.
Στίχοι
Φτωχό κομπολογάκι μου
σε είχα το μεράκι μου
Συ μου πέρναγες την ώρα
Πες μου τι θα γίνω τώρα
Σε αγαπούσα αληθινά
δε σ’ είχα δώσει πουθενά
Όμορφο κομπολογάκι
μου `διωχνες κάθε μεράκι
Κι αν έχασα τη γκόμενα
πάψανε τα δεδόμενα
τώρα έχασα και σένα
γράψε αλίμονο σε μένα
Σε άλλα χέρια κι αν βρεθείς
πάλι εμέ θα θυμηθείς
Που να βρω να σ’ αγοράσω
για να μη σε ξαναχάσω
Πηγές: goniaxalarosis – in – mixanitouxronou