Ειρήνη Παπά: Η «Καρυάτιδα» από το Χιλιομόδι
Από το Χιλιομόδι στην κορυφή του κόσμου και της Τέχνης.
Ήταν η Ειρήνη Λελέκου, η Ρηνούλα. Γεννήθηκε στις 3 Σεπτεμβρίου του 1926, σε ένα χωριό που δεν είχε καμία σχέση με όλα όσα θα συνέβαιναν στη ζωή της. Στο μικρό ορεινό Χιλιομόδι Κορινθίας, ακούστηκε το πρώτο της κλάμα. Με γονείς δασκάλους, που στάθηκαν όρθιοι σε όσα έζησε η Ελλάδα: Πραξικοπήματα, συγκρούσεις, εμφύλιους σπαραγμούς, αναστολή του Συντάγματος, κλειστό κοινοβούλιο, ΕΟΝ, παιδιά να παρελαύνουν στρατιωτικά.
Είναι το μικρότερο παιδί τους και είναι απόλυτα λογικό για αυτούς η Ρηνούλα τους να μεγαλώσει με παραμύθια, αρχαίους μύθους και ελευθερία πνεύματος. Η γιαγιά και η μητέρα της είναι πάντα δίπλα της, για να την οδηγήσουν όλο και πιο πέρα στον υπέροχο κόσμο που έφτιαχναν με τις διηγήσεις τους. Οι γυναίκες που της έμαθαν την έννοια του παραμυθά και της ζωντανής τέχνης μέσα από τα πινέλα της ζωγραφικής. Ο πατέρας της, της έμαθε να διαβάζει αρχαίους Έλληνες, αφού εκείνος ήταν διαφορετικός, πραγματιστής, με αδυναμία στην ουσία της γνώσης, τον Γκαίτε.
Τα καλοκαίρια της τα περνούσε στη φύση, όπως και τους χειμώνες στο Χιλιομόδι. εκδρομές στο Μετόχι, αναβάσεις, εξερευνήσεις. Ο πατέρας της πάντα πίστευε ότι οι γυναίκες ήταν ίσες με τους άντρες κι έτσι μεγάλωνε τις κόρες του.
Η γυναίκα που έγινε διδάκτωρ στο Πανεπιστήμιο της Ρώμης σε συνέντευξή της μίλησε για τον πατέρα της, λέγοντας:
«Διδάχθηκα την ασέβεια από τον πατέρα μου. Με έμαθε πως υπάρχει μόνο μία αριστοκρατία, του πνεύματος. Δεν υπάρχουν κύριοι και επίσημοι, αλλά άνθρωποι. Με έμαθε ότι ο σεβασμός με υποτιμάει, ενώ η αγάπη με εξυψώνει».
Από μικρή γράφει τα δικά της ποιήματα και τις ιστορίες, που κάνει πρωταγωνίστριες τις κούκλες της, που έφτιαχνε με μικρά ξύλα από το δάσος και κουρελάκια από υφάσματα.
Και ήρθε η μετακόμιση στην Αθήνα,στην οδό Ξενοκράτους. Και μετά ήρθε η αρχή της εφηβείας… Το καμπανάκι μέσα της άρχισε να χτυπάει δυνατά. Η υποκριτική και η ανάγκη της ενασχόλησης με αυτή άρχισε να ανθίζει. Η εξομολόγησή της ότι θέλει να γίνει ηθοποιός στη μητέρα της, δεν βρήκε γόνιμο έδαφος. Η αντίδρασή της δυνάμωσε την ανάγκη και έκανε αυτό που ήθελε πραγματικότητα. Μάνα και κόρη αντάλλαξαν κουβέντες, τις οποίες μετάνιωσαν πολλά χρόνια αργότερα.
Η Ρηνούλα της οικογένειας Παππά έγινε Ειρήνη, που ο δρόμος της οδήγησε στη σχολή του Ροντήρη. Με δασκάλους τον Γληνό, τον Παρασκευά, τον Καρυντινό και τον ίδιο τον Ροντήρη -με όλα τα ιερά τέρατα του κλασσικού θεάτρου- θέλει να μάθει να παίζει όπως εκείνοι.
Το κορίτσι από το Χιλιομόδι πρέπει να τιθασεύσει τη φυσική ορμή του κα να γίνει στρατιώτης, να έχει πειθαρχία. Δεν θέλει να κάνει ακριβώς αυτό που λέει ο Ροντήρης και η Παξινού. Ήθελε να το δοκιμάσει όπως το αντιλαμβανόταν η ίδια. Και το έκανε.
Ο Σακελλάριος και η επιθεώρηση
Ήταν ο τελευταίος χρόνος στη σχολή, που ο Αλέκος Σακελλάριος την είδε να παίζει στον Μάκβεθ. Ο ίδιος, της ζήτησε να βγει στην επιθεώρηση. Απίστευτο! εκ διαμέτρου αντίθετο με εκείνη, με την κλασσική παιδεία της. Η επαναστάτρια μέσα της όμως, είπε «ναι». Ήθελε να γίνει κάτι άλλο από τους ηθοποιούς του Εθνικού, που παρατηρούσε αλλά θεωρούσε ψεύτικους.
Σε αυτή την ιστορία υπάρχει μία λεπτομέρεια: ο Σακελλάριος γράφει στην αυτοβιογραφία του ότι δεν την είδε πρώτη φορά στη Σχολή της, αλλά στο Σύνταγμα να περπατά και την περιγράφει ως «ένα πανέμορφο πλάσμα με ένα απλό μακρύ φόρεμα, όλο πτυχώσεις, που κινιόταν με μεγαλοπρέπεια και συνάμα απλότητα. Σαν να ζωντάνεψε μια Καρυάτιδα». Αυτός ο χαρακτηρισμός θα την ακολουθεί για μία ζωή. Σκηνοθέτες, δημιουργοί, παραγωγοί, ο Τύπος, τα βιβλία της ιστορίας της Τέχνης. Η ζωντανή Καρυάτιδα.
1948- Η πρώτη ταινία της και μετά ο μύθος
Ο Αλέκος Σακελάριος την πήρε από το χέρι, την πήγε στον Φίνο κι εκείνος άφησε την Ειρήνη Παππά να κάνει το ντεμπούτο της στην ταινία «Χαμένοι Άγγελοι», να δημιουργήσει το μύθο της.
Το 1951 έρχεται η «Νεκρή Πολιτεία», του Φρίξου Ηλιάδη, με συμπρωταγωνιστή τον Γιώργο Φούντα. Η ταινία συμμετέχει στο Φεστιβάλ Καννών και όλοι μένουν άφωνοι, αναγνωρίζουν αυτό το νέο πρόσωπο ως κάτοχο μίας μοναδικότητας. Λιτή, αρχαϊκή, δωρική, με αυστηρότητα χαμένη στους αιώνες που πέρασαν και μία λυρικότητα Βυζαντινή, με ταυτόχρονο πάθος να καίει στα μάτια της, τις κινήσεις της. Βλέμμα βαθύ, με μυστήριο που δεν εκβιάζεται κάνει τις Κάννες να προσκυνήσουν. 1952, η Ρηνούλα που ανέβαινε πιτσιρίκα στα δέντρα στο Χιλιομόδι, ανέβηκε εκεί που άλλες προσπαθούσαν και δεν κατάφερναν, στην κορυφή του παγκόσμιου κινηματογράφου.
Μία Ελληνίδα μπροστά από τις κάμερες, μέσα στην Ιστορία του Κινηματογράφου
Τουλάχιστον 100 ταινίες, ρεκόρ για μία Ελληνίδα ηθοποιό. Εξερευνεί όλες τις ηπείρους με γυρίσματα για τις ταινίες της, την… εξερευνούν σε όλο τον κόσμο για να συνειδητοποιήσουν πόσο διαφορετική είναι από όλα όσα είχαν δει.
Τσινετσιτά, το Χόλιγουντ, Γιουγκοσλαβία, Λίβανος, Μαρόκο, Βραζιλία, Αυστραλία, Πορτογαλία. Τόποι δημιουργίας. Η Ειρήνη Παππά δημιουργεί τον εαυτό της σε κάθε καινούριο ρόλο σε όποιον τόπο πατάει.
Μάρλον Μπράντο, Ιβ Μοντάν, Γκρέγκορι Πεκ, Άντονι Κουίν, Τζέιμς Κάγκνεϊ. Όλοι στο πλευρό της. Μπρόντγουέι, 1967, με το έργο «Εκείνο το καλοκαίρι, εκείνο το φθινόπωρο» στέκεται στη σκηνή στο πλευρό του Γιον Βόιτ .
Γίνεται η Bella Greca, η Irene Pappas, η Ελένη στις «Τρωάδες», η Κλυταιμνήστρα στην «Ιφιγένεια» του Μιχάλη Κακογιάννη. Φεντέρικο Φελίνι, Κάθριν Χέπμπορν, Μάρλον Μπράντο μιλούν μόνο για αυτήν, «τη σπουδαιότερη ηθοποιό που υπάρχει».
Βραβεία, διακρίσεις, πέφτουν βροχή και το αστέρι της λάμπει, διαφορετικά από τα άλλα. Βραβεία καλύτερης κινηματογραφικής μεταφοράς και ηχητικής επένδυσης στο Φεστιβάλ των Κανών το 1962 για την «Ήλεκτρα», Όσκαρ ξενόγλωσσης ταινίας, σκηνοθεσίας και σεναρίου το 1969 για το «Ζ», του Κώστα Γαβρά , ο τίτλος της«Γυναίκας της Ευρώπης», το 2000, «Χρυσό Λέοντα» της Μπιεννάλε Θεάτρου Βενετίας, για τη γυναίκα που σε 50 χρόνια στάθηκε στα ίσια με όλες τις μεγάλες ηρωίδες που ενσάρκωσε κι εκείνες την αγάπησαν.
Το 1995, στο πέτο της καρφιτσώνεται το Παράσημο του Ταξιάρχη του Τάγματος του Φοίνικος από τον Πρόεδρο της Ελληνικής Δημοκρατίας Κωστή Στεφανόπουλο και το 2008 βραβεύεται με το«Βραβείο Ρώμη» στο αρχαίο θέατρο της «Όστια Αντίκα».
Η Ειρήνη Παππά είναι η δύναμη της αρχαίας τραγωδίας, που εκπροσώπησε σε όλα τα μήκη και τα πλάτη τον μεσογειακό πολιτισμό, που ο Πάπας Βενέδικτος προσκάλεσε στην Καπέλα Σιξτίνα για να της ζητήσει -μαζί με άλλους 259- να μεταδώσουν με την Τέχνη τους το μήνυμα του Θεού.
Ο γάμος, τα παιδιά που δεν απέκτησε, οι φήμες για έρωτες
Δεν μιλούσε ποτέ για την προσωπική της ζωή, για έρωτες, για γάμους, για παιδιά, για εκείνη την άλλη μεριά του δικού της φεγγαριού. Δεν επέτρεψε ποτέ τις ερωτήσεις, δεν ήθελε να δίνει τέτοιου είδους απαντήσεις. Αυτό που όλοι γνώριζαν ήταν ότι στα 18 της παντρεύτηκε για μία και μοναδική φορά τον Άλκη Παππά. Ο γάμος του δεν κράτησε, αλλά η ίδια κράτησε το επίθετό του, με αυτό τη γνώρισε ο κόσμος- ολόκληρος.
Ο Μάρλον Μπράντο και ο Αντονι Κουίν ήταν οι δυο συμπρωταγωνιστές της που ξεκάθαρα όλοι μιλούσαν για τη σφραγίδα που τους άφησε. Όλοι ήξεραν και μιλούσαν επιβεβαιώνοντας το, ότι ο μεγιστάνας Αγά Χαν, παντρεμένος με τη Ρίτα Χέιγουορθ για ένα χρονικό διάστημα, ήταν τρελά ερωτευμένος μαζί της. Όλοι μιλούσαν για εκείνη, τους άντρες, τους έρωτες. Εκείνη πάντα το απέφευγε. Μόνο το 2002, σε μία από τις σπάνιες συνεντεύξεις της, ομολόγησε ότι έζησε ένα μεγάλο και τελευταίο έρωτα στην Ιταλία, με έναν άντρα πολύ νεότερό της.
Η Ειρήνη Παππά δεν έγινε ποτέ μητέρα. Η Ειρήνη Παππά έμοιαζε πάντα να είναι η ίδια ένα παιδί που θέλει να ρουφήξει τη ζωή μέχρι το μεδούλι, που δεν συμβιβαζόταν. Ζούσε με πάθος, έντονα. Ξενυχτούσε, διασκέδαζε, κάπνιζε, ταξίδευε, ζούσε. Λατρεύει τη Ρώμη, τη δεύτερη μητέρα της όπως την αποκαλεί, ενώ πάντα μητέρα της είναι η Αθήνα.
Ένα σπίτι στη σκιά της Ακρόπολης και βόλτες στην Πλάκα, και κάπου στο βάθος στο πέρασμά της να ακούγονται οι «ΩΔΕΣ», που ηχογράφησε με τον Βαγγέλη Παπαθανασίου, στον τελευταίο δίσκο των «Aphrodite’s Child», βασισμένες στην Αποκάλυψη του Ιωάννη, δημοτικά τραγούδια με σπαραγμό στην ερμηνεία.
Η “Καρυάτιδα” ξυπνά και κοιμάται στη σκιά των μαρμάρινων Καρυάτιδων, στη γειτονιά που αγάπησε, την αρχαία. Μία γυναίκα που δεν μπορεί να είναι μία κοινή θνητή, δεν γίνεται. Μία γυναίκα από το Χιλιομόδι Κορινθίας, που κοιτάει βαθιά στα μάτια, αυστηρή, ντίβα, ευλογημένη.
‘Εζησε τα τελευταία της χρόνια στο Χιλιομόδι με προβλήματα υγείας λόγω της ασθένειας Αλτσχάιμερ και πέρασε στην αιωνιότητα σε ηλικία 96 ετών τον Σεπτέμβριο του 2022.