Ο Επίκουρος (341 π.Χ. – 270 π.Χ.) ήταν αρχαίος Έλληνας φιλόσοφος. Ίδρυσε δική του φιλοσοφική σχολή, με το όνομα Κήπος του Επίκουρου.
Η επικούρεια φιλοσοφία είναι μια τόσο απλή φιλοσοφία ζωής, που δεν χρειάζεται σχεδόν καμία ερμηνεία. Διακηρύσσει ότι η απόλαυση είναι η μεγάλη μας αποστολή, η ουσία της ζωής, ο σκοπός όλων των ενεργειών μας για να είμαστε ευτυχείς και να σκορπίζουμε ευτυχία στους φίλους μας.
Αυτός που μπορεί να πάρει τις περισσότερες χαρές με το μικρότερο κόστος στη ζωή είναι ο σύγχρονος επικούρειος σοφός.
Στην περίφημη επιστολή προς τον Μενοικέα διαβάζουμε:
«Γεννηθήκαμε μια φορά και δε γίνεται να γεννηθούμε και δεύτερη, ενώ είναι βέβαιο πως δεν θα υπάρξουμε ξανά στον αιώνα τον άπαντα.
Εσύ όμως, ενώ δεν εξουσιάζεις το αύριο, αναβάλλεις την ευτυχία γι’ αργότερα.
Και η ζωή κυλά με αναβολές και χάνεται, και ο καθένας μας πεθαίνει μες στις έγνοιες.”
Όλη η ουσία της ζωής σε τέσσερις γραμμές..
Ο Επίκουρος συνδύασε την ατομική φυσική του Δημόκριτου και την βιολογική ηθική του Αριστοτέλη, ελέγχοντας και διορθώνοντας κάθε σημείο των προηγούμενων φιλοσοφιών με αξιοθαύμαστη συνέπεια. Με την παρατήρηση και την αναλογική μεθοδολογία που ανέπτυξε, ο Αθηναίος φιλόσοφος οικοδόμησε μια εξαιρετικά συνεκτική κοσμοθεωρία χωρίς εννοιολογικές αντιφάσεις.
Υπήρξε ο πρώτος φιλόσοφος που μίλησε για την ύπαρξη του τυχαίου στην φύση που επιτρέπει την ελεύθερη βούληση των ανθρώπων. Υπήρξε ο πρώτος φιλόσοφος που συνέδεσε την ελεύθερη βούληση με την φρόνηση, την κριτική σκέψη, την υπευθυνότητα και την ηδονική άσκηση της αρετής. Υπήρξε ο πρώτος που μίλησε για πρόοδο της ανθρωπότητας από την πρωτόγονη στην πολιτισμένη εποχή, που βασίζεται στην παρατήρηση της φύσης, την ανάπτυξη της τεχνολογίας και την ηθική και πολιτιστική ωρίμανση των ανθρώπων.
Αξιοποιώντας δεδομένα παρατηρήσεων από κάθε γνωστικό αντικείμενο, ο Επίκουρος διατύπωσε απόψεις που επιβεβαιώθηκαν τους τελευταίους δυο αιώνες από την Επιστήμη: το βάρος των ατόμων, οι νέες ιδιότητες των μορίων που προκύπτουν από την ατομική σύστασή τους, η υλική σύσταση του νου, η μοριακή βάση των ασθενειών, η εξέλιξη των ζωντανών οργανισμών, οι πολυπληθείς κόσμοι στο σύμπαν. Ακόμη και την ύπαρξη εξωγήινης ζωής υποστήριξε ο φιλόσοφος, ένα θέμα που διερευνά η σύγχρονη Επιστήμη.
Αξίζει να αναφέρουμε μερικές από τις σοφές ρήσεις του:
Ο θάνατος δεν είναι τίποτε για εμάς, διότι αυτό που έχει αποσυντεθεί δεν αισθάνεται και αυτό που δεν αισθάνεται δεν είναι τίποτε για εμάς.
Όριο του μεγέθους των ηδονών είναι η εξάλειψη κάθε πόνου. Όπου είναι παρούσα η ηδονή και για όσο διάστημα είναι παρούσα, δεν υπάρχει τίποτε που να προξενεί πόνο ή λύπη ή και τα δύο μαζί.
Είναι αδύνατον να ζεις ευχάριστα χωρίς να ζεις σοφά, έντιμα και δίκαια και είναι αδύνατον να ζεις σοφά έντιμα και δίκαια χωρίς να ζεις ευχάριστα.
Ο δίκαιος άνθρωπος έχει ηρεμία, ενώ ο άδικος είναι γεμάτος ταραχή.
Από τα αγαθά που παρέχει η σοφία για τη μακαριότητα της ζωής στο σύνολό της το μέγιστο είναι η απόκτηση της φιλίας.
[Οι άνθρωποι], καθώς είναι εξοικειωμένοι διαρκώς με τις δικές τους αρετές, αποδέχονται τους ομοίους τους και θεωρούν ξένο κάθε τι το διαφορετικό.
Κάθε καλό και κάθε κακό βρίσκεται στην αίσθηση, ενώ ο θάνατος είναι ακριβώς η στέρηση της αίσθησης.
Ούτε όταν κάποιος είναι νέος να αργοπορεί να φιλοσοφήσει, ούτε όταν είναι γέρος να καταπονείται φιλοσοφώντας. […] Πρέπει, λοιπόν, να φιλοσοφεί και ο νέος και ο γέρος: ο ένας ώστε, καθώς γερνά, να παραμένει νέος μέσα στα αγαθά – από ευγνωμοσύνη προς τα όσα έγιναν -, και ο άλλος, αν και νέος, να είναι συνάμα και ώριμος, καθώς θα είναι απαλλαγμένος από το φόβο για όσα θα γίνουν.
Για εκείνον που κατανόησε πραγματικά ότι δεν υπάρχει τίποτε το φρικτό στο να μη ζει, δεν υπάρχει τίποτε το φριχτό στο να ζει. Επομένως, είναι ανόητος όποιος λέει ότι φοβάται το θάνατο, όχι επειδή θα υποφέρει όταν έρθει ο θάνατος, αλλά επειδή υποφέρει στη σκέψη ότι θα έρθει.
Το πιο φοβερό από τα κακά, ο θάνατος, δεν είναι τίποτε για εμάς – στον βαθμό που όσο υπάρχουμε, δεν είναι παρών· κι όταν πάλι είναι παρών εκείνος, τότε δεν υπάρχουμε εμείς. Άρα ο θάνατος δεν υπάρχει ούτε για τους ζωντανούς ούτε για τους πεθαμένους – εφόσον για τους πρώτους δεν υπάρχει, ενώ οι άλλοι δεν υπάρχουν πια.
Πρέπει να θυμόμαστε ότι το μέλλον δεν είναι ούτε εντελώς δικό μας ούτε κι εντελώς ξένο μας, ώστε ούτε να περιμένουμε με βεβαιότητα ότι θα έρθει, ούτε να απελπιζόμαστε ότι σίγουρα δε θα έρθει.
Την ηδονή την έχουμε ανάγκη ακριβώς τότε, όταν πονούμε από την απουσία της∙ ενώ όταν δεν πονούμε, δεν την χρειαζόμαστε πια.
Θεωρούμε ότι η αυτάρκεια είναι μέγιστο αγαθό, όχι για να χρησιμοποιούμε πάντοτε τα λίγα, αλλά για να μπορούμε, όταν δεν έχουμε πολλά, να αρκούμαστε στα λίγα, πιστεύοντας στ’ αλήθεια ότι την πολυτέλεια την απολαμβάνουν ηδονικότερα εκείνοι που την έχουν μικρότερη ανάγκη και ότι κάθε τι φυσικό το αποκτούμε εύκολα, ενώ το μάταιο δύσκολα.
Διόλου δε μοιάζει με ζώο θνητό ο άνθρωπος που ζει μέσα σε αθάνατα αγαθά.
Κάθε σωματικός πόνος είναι αξιοκαταφρόνητος• αυτός που πονά πολύ διαρκεί λίγο, ενώ αυτός που χρονίζει στη σάρκα προξενεί ήπιο πόνο.
Αυτός που αδικεί είναι δύσκολο να ξεφύγει• αλλά να βεβαιωθεί πως θα συνεχίζει να ξεφεύγει είναι αδύνατον.
Αν αφαιρέσουμε την όψη, τη συνομιλία και τη συναναστροφή, σβήνει το ερωτικό πάθος.
Ο γέρος που λησμονεί το αγαθό που συνέβη είναι σαν να γεννήθηκε σήμερα.
Η φτώχεια, αν υπολογιστεί με μέτρο τον σκοπό της φύσης, είναι μεγάλος πλούτος• ενώ ο πλούτος που δεν του έχουν τεθεί όρια είναι μεγάλη φτώχεια.
Δεν πρέπει να αποδεχόμαστε ούτε τους πολύ βιαστικούς στη φιλία ούτε τους πολύ διστακτικούς∙ γιατί για χάρη της φιλίας χρειάζεται και να διακινδυνεύουμε.
Δεν έχουμε τόσο ανάγκη τη βοήθεια των φίλων μας, όσο τη βεβαιότητα για τη βοήθειά τους.
Είναι μικρός από κάθε άποψη ο άνθρωπος που έχει πολλούς και καλούς λόγους να εγκαταλείψει τη ζωή.
Φίλος δεν είναι ούτε εκείνος που διαρκώς επιζητεί το χρήσιμο ούτε εκείνος που ποτέ δεν το συνδιάζει με τη φιλία. Γιατί ο ένας, με πρόσχημα την ευεργεσία, εμπορεύεται το αντάλλαγμα, ενώ ο άλλος σκοτώνει την καλή ελπίδα για το μέλλον.
Υπάρχει και στην απλότητα ένα μέτρο και όποιος δεν το λογαριάζει παθαίνει ό,τι συμβαίνει σ’ εκείνον που δεν έχει όρια.
Σαν έρθει η ώρα να φύγουμε, θα φτύσουμε και τη ζωή και όσους με ματαιοδοξία προσκολλώνται σ’ αυτήν. Θα φύγουμε από τη ζωή με ένα ωραίο τραγούδι, λέγοντας πόσο ωραία τη ζήσαμε.
Στον πόνο των φίλων συμπάσχουμε όχι θρηνώντας αλλά μεριμνώντας γι’ αυτούς.
Η ελευθερία, ο μέγιστος καρπός της αυτάρκειας.
Αν θέλεις να κάνεις πλούσιο τον Πυθοκλή, μην του δίνεις περισσότερα χρήματα, αφαίρεσέ του επιθυμίες.