Νίκος Καζαντζάκης: “Για να ανέβεις στον ουρανό, πρέπει να πάρεις φόρα από τον πάτο της κόλασης”
Μια ομάδα Ελλήνων, κυνηγημένων από τους Τούρκους, που έρχονται εκεί, χωρίζει ένα χωριό, τη Λυκόβρυση, στα δύο. Ο ιερέας και οι προύχοντες αποδιώχνουν τους απόκληρους κι εκείνοι που υποδύονται τους Αποστόλους και τον Χριστό προσπαθούν να τους βοηθήσουν.
Αυτή είναι πάνω κάτω η υπόθεση του βιβλίου του Νίκου Καζαντζάκη “ο Χριστός ξανασταυρώνεται”. Πρόκειται για ένα βιβλίο που βάζει τον αναγνώστη σε σκέψη, τόσο για τα θέματα που αφορούν τη θρησκεία, αλλά και για όσα αφορούν τη ζωή, την πολιτική κατάσταση, τη δικαιοσύνη, τη φιλοσοφία. Ο Καζαντζάκης με τα πρόσωπα που συμμετέχουν στην πλοκή περιγράφει τους χαρακτήρες των ανθρώπων που συναντά κανείς στη ζωή. Ο γερό-Λαδάς, ο παπα-Γρηγόρης, ο άρχοντας Πατριαρχέας, ο Κωσταντής, ο Γιαννακός, ο παπα-Φώτης, ο Μιχελής, ο Αγάς, ο Μανολιός, ο Παναγιώταρος, και όλοι οι άλλοι χωριανοί φέρουν τους χαρακτήρες των ανθρώπων που συναντάμε καθημερινά.
“Το μυθιστόρημα “Ο Χριστός Ξανασταυρώνεται” είναι αναμφίβολα ένα έργο υψηλής καλλιτεχνικής τάξεως, με νύξεις στην ιστορία του Χριστιανικού Πάθους. Δίνουν στο βιβλίο το μυθικό υπόβαθρό του, το οποίο αποτελεί ένα τόσο ζωτικό στοιχείο στη σημερινή επική φόρμα…” έγραψε ο Τόμας Μανν ο οποίος τιμήθηκε με Νόμπελ Λογοτεχνίας το 1929.
“Από τότε που ήμουν μικρό παιδί, κανένας συγγραφέας δεν μου έχει κάνει τόσο βαθιά εντύπωση, όσο ο Νίκος Καζαντζάκης. Το έργο του έχει βάθος και διαχρονική αξία, επειδή [ο Καζαντζάκης έχει βιώσει πολλά και επειδή, μέσα στην ανθρώπινη κοινότητα, έχει υποφέρει πολλά και προσφέρει πολλά.” έγραψε ο Άλμπερτ Σβάιτσερ, που τιμήθηκε με Νόμπελ Ειρήνης , το 1952.
Κορυφαία σημεία κατά τη γνώμη μας στο βιβλίο είναι τα εξής:
“-Ψωριάριδες, ψειριάριδες, ρεμπέτες, φώναξε, πού δεν έχετε μια πατουχιά χώμα και φωνάζετε: “Είμαστε αδέρφια!”, γιατί; για να μοιράσουμε τάχα αδερφικά και να μας φάτε τα μισά… Ποιος σου’ βαλε, μωρέ σεσέμη, τις παλάβρες αυτές στο κεφάλι;
-Ο Χριστός, αποκρίθηκε ο Μανολιός.
-Τον κακό σου τον καιρό. Ποιός Χριστός μωρέ; Ο δικός σας, όχι ο δικός μου.” “-Πώς πρέπει να αγαπούμε το Θεό, γεροντά μου; ρώτησε.
-Αγαπώντας τους ανθρώπους, παιδί μου.
-Και πώς πρέπει να αγαπούμε τους ανθρώπους;
– Μοχτώντας να τους φέρουμε στο σωστό δρόμο.
-Και ποιος είναι ο σωστός δρόμος;
-Ο ανήφορος.”
Αυτό θα πει άνθρωπος: να πονάς, ν’ αδικιέσαι, να παλεύεις και να μην το βάνεις κάτω!
Αν ήταν να με ρωτούσαν ποιος δρόμος πάει στον ουρανό, θ’ απαντούσα: ο πιο δύσκολος.
Μεγάλη κολυμπήθρα τα δάκρυα, παιδί μου…
Θα βρούμε, εκεί που πάμε, το Θεό. Και θα τον βρούμε, όχι όπως τον παριστάνουν όσοι δεν τον είδαν ποτέ τους, ένα ροδομάγουλο γέρο, που κάθεται μακάρια σε πουπουλένια σύννεφα και προστάζει. Μα σα μικρή φωνή που τινάζεται από τα σωθικά μας και σηκώνει πόλεμο.
Χαίρουμαι, άνθρωπος είμαι, όταν μου τύχει ένα καλό, μα πιο πολύ χαίρουμαι όταν πλακώσει η δύσκολη ώρα! Γιατί λέω: τώρα θα δείξεις, παπα-Φώτη, αν είσαι άντρας αληθινός ή κουνέλι.
Όταν πολυσυχάσει το νερό, βουρκιάζει, όταν πολυσυχάσει η ψυχή, βουρκιάζει.
Και στο πιο μικρό πετραδάκι, και στο πιο ταπεινό λουλούδι, και στην πιο σκοτεινή ψυχή, βρίσκεται ολάκερος ο Θεός
Ο σωστός δρόμος είναι ο ανήφορος.
Δεν υπάρχουν ιδέες, υπάρχουν μονάχα άνθρωποι που κουβαλούν τις ιδέες, κι αυτές παίρνουν το μπόι του ανθρώπου που τις κουβαλάει.
Δεν ελπίζω τίποτα. Δεν φοβάμαι τίποτα. Είμαι λέφτερος.
Μια αστραπή η ζωή μας… μα προλαβαίνουμε
Ό,τι δεν συνέβη ποτέ, είναι ό,τι δεν ποθήσαμε αρκετά.
Έχεις τα πινέλα, έχεις τα χρώματα, ζωγράφισε τον παράδεισο και μπες μέσα.
Ολάνθιστος γκρεμός της γυναικός το σώμα.
Αν μπορείς κοίταξε τον φόβο κατάματα και ο φόβος θα φοβηθεί και θα φύγει.
Τα τετραθέμελα του κόσμου τούτου: ψωμί, κρασί, φωτιά, γυναίκα.
Η Ελλάδα επιζεί ακόμα, επιζεί νομίζω μέσα από διαδοχικά θαύματα.
Πού να βρω μια ψυχή σαρανταπληγιασμένη κι απροσκύνητη, σαν την ψυχή μου, να της ξομολογηθώ
Tι θα πει λεύτερος; Αυτός που δεν φοβάται το θάνατο.
Η φυγή δεν είναι νίκη, τ” όνειρο είναι τεμπελιά, και μόνο το έργο μπορεί να χορτάσει την ψυχή και να σώσει τον κόσμο.
Η ζωή όλη είναι μια φασαρία. Μόνο ο θάνατος δεν είναι. Η ζωή είναι όταν λύνεις το ζωνάρι σου και ζητάς φασαρίες.
Δεν τον φοβάμαι το Θεό, αυτός καταλαβαίνει και συχωρνάει. Τους ανθρώπους φοβάμαι. Αυτοί δεν καταλαβαίνουν και δε συχωρνούν.
Aλίμονο σε όποιον ζει στην έρημο και θυμάται του κόσμου.
Tίποτα γενναίο δεν μπορεί ο άνθρωπος να κάμει στον κόσμο, αν δεν υποτάξει τη ζωή του σ” έναν Αφέντη ανώτερό του.
Η πέτρα, το σίδερο, το ατσάλι δεν αντέχουν. Ο άνθρωπος αντέχει.
Ερχόμαστε από μια σκοτεινή άβυσσο· καταλήγουμε σε μια σκοτεινή άβυσσο· το μεταξύ φωτεινό διάστημα το λέμε Ζωή.
Αγάπα τον άνθρωπο γιατί είσαι εσύ…
Τι με ρωτάς για την καρδιά του αμαρτωλού; Εγώ κατέχω την καρδιά του ενάρετου, κι είναι όλοι οι δαιμόνοι μέσα.
Η ευτυχία απάνω στη γης είναι κομμένη στο μπόι του ανθρώπου. Δεν είναι σπάνιο πουλί να το κυνηγούμε πότε στον ουρανό, πότε στο μυαλό μας. Η ευτυχία είναι ένα κατοικίδιο πουλί στην αυλή μας.
Η ευτυχία είναι πράγμα απλό και λιτοδίαιτο -ένα ποτήρι κρασί, ένα κάστανο, ένα φτωχικό μαγκαλάκι, η βουή της θάλασσας. Τίποτα άλλο.
Αυτό που θέλω ν” αφήσω πίσω μου είναι ένα καμένο κάστρο. Τίποτ’ άλλο δε θέλω ν’ αφήσω.
Κάθε Έλληνας που δεν παίρνει, ας είναι και μια φορά στη ζωή του, μια γενναία απόφαση, προδίνει τη ράτσα του.
Είδα κάποτε μια μέλισσα πνιγμένη μέσα στο μέλι και κατάλαβα.
Όλα μάταια, και μόνο η πράξη, σαν το κρασί, μας ξεγελάει και μας σηκώνει λίγο.
Τι φοβερός ανήφορος από τον πίθηκο στον άνθρωπο, από τον άνθρωπο στον Θεό.
Η αιωνιότητα είναι ποιότητα, δεν είναι ποσότητα, αυτό είναι το μεγάλο, πολύ απλό μυστικό.
Αν μια γυναίκα κοιμηθεί μόνη, ντροπιάζει όλους τους άντρες.
Η υπόθεση του μυθιστορήματος (το οποίο σημειωτέον είχε προκαλέσει τις αντιδράσεις της ελληνικής Εκκλησίας), έγινε ταινία το 1957, υπό την σκηνοθεσία του Ζυλ Ντασέν και πρωταγωνίστρια ήταν η Μελίνα Μερκούρη.
«Ο Χριστός ξανασταυρώνεται» μεταφέρθηκε τηλεοπτικά στην ΕΡΤ την περίοδο 1975-1976 και συντάραξε το τηλεοπτικό κοινό, σημειώνοντας υψηλή τηλεθέαση για τα δεδομένα εκείνης της εποχής.
Η σειρά προβλήθηκε σε 50 επεισόδια των 45 λεπτών και ήταν παραγωγή του ΑΣΤΗΡ TV, ενώ σήμερα σώζεται σε 18 επεισόδια των 50 λεπτών (μεγάλο τμήμα του φίλμ πάνω στο οποίο γυρίστηκε η σειρά ξαναχρησιμοποιήθηκε αργότερα ή καταστράφηκε λόγω κακής συντήρησης). Η καταστροφή και η επαναχρησιμοποίηση του υλικού πάνω στο οποίο είχαν γυριστεί οι τηλεοπτικές σειρές μέχρι την εποχή εκείνη (Άγνωστος πόλεμος, Γιούγκερμαν κ.α.) είχε σαν συνέπεια «ο Χριστός ξανασταυρώνεται» να είναι η παλαιότερη σωζόμενη ελληνική τηλεοπτική σειρά.