Νίκος Καζαντζάκης: «Η αξία του ανθρώπου είναι να ζητάει το αδύνατο»
Πώς να πιστέψουν οι άπιστοι τι θάματα μπορεί να γεννήσει η πίστη;
Ξεχνούν πως η ψυχή του ανθρώπου γίνεται παντοδύναμη, όταν συνεπαρθεί από μια μεγάλη ιδέα.
Τρομάζεις όταν, ύστερα από πικρές δοκιμασίες, καταλαβαίνεις πως μέσα μας υπάρχει μια δύναμη που μπορεί να ξεπεράσει τη δύναμη του ανθρώπου, τρομάζεις.
Γιατί δεν μπορείς πια να βρεις δικαιολογίες για τις ασήμαντες ή άνανδρες πράξεις σου, ρίχνοντας το φταίξιμο στους άλλους. Ξέρεις πως εσύ, όχι η μοίρα, όχι η τύχη, μήτε οι άνθρωποι γύρω σου, εσύ μονάχα έχεις, ό,τι και αν κάμεις, ό,τι και αν γίνεις ακέραιη την ευθύνη.
Και ντρέπεσαι τότε να γελάς, ντρέπεσαι να περγελάς αν μια φλεγόμενη ψυχή ζητάει το αδύνατο.
Καλά πια καταλαβαίνεις πως αυτή ‘ναι η αξία του ανθρώπου: να ζητάει και να ξέρει πως ζητάει το αδύνατο και να ‘ναι σίγουρος πως θα το φτάσει, γιατί ξέρει πως αν δε λιποψυχήσει, αν δεν ακούσει τι του κανοναρχάει η λογική, μα κρατάει με τα δόντια την ψυχή του κι εξακολουθεί με πίστη, με πείσμα να κυνηγάει το αδύνατο, τότε γίνεται το θάμα, που ποτέ ο αφτέρουγος κοινός νους δε μπορούσε να το μαντέψει:
το αδύνατο γίνεται δυνατό”.
Απόσπασμα από το βιβλίο του Ν. Καζαντζάκη «Ο Καπετάν Μιχάλης».
Ο Νίκος Καζαντζάκης είναι ο πιο μεταφρασμένος σύγχρονος έλληνας συγγραφέας. Η ίδια η ζωή του είναι ένα μυθιστόρημα, ένα υπαρξιακό ταξίδι.
Γεννήθηκε στις 2 Δεκεμβρίου 1885 στο Ηράκλειο της Κρήτης και ήταν γιός του Μιχάλη Καζαντζάκη και της Μαρίας το γένος Χριστοδουλάκη. Τα πρώτα χρόνια της ζωής του τα πέρασε στην Κρήτη και οι αναμνήσεις των ηρωικών εκείνων αγωνιστικών χρόνων της πατρίδας του, του έδωσαν το υλικό για τις μετέπειτα επικές και μυθιστορηματικές συνθέσεις του. Ερχόμενος στην Αθήνα, γράφτηκε εις τη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου από όπου αποφοίτησε το 1906, στη συνέχεια πήγε στο Παρίσι όπου παρακολούθησε μαθήματα του φιλοσόφου Μπέρζου, η επίδραση της φιλοσοφίας του οποίου είναι φανερή στα έργα του Ν. Καζαντζάκη. Μελέτησε επίσης τέσσερα χρόνια την ιστορία της λογοτεχνίας και της τέχνης στη Γερμανία και την Ιταλία. Όταν ο Καζαντζάκης γύρισε στην Ελλάδα, αφοσιώθηκε στη λογοτεχνία.
Συνεργάστηκε στην εφημερίδα «Ακρόπολη» και στα λογοτεχνικά περιοδικά των Αθηνών και της Αλεξάνδρειας «Νουμάς», «Λόγος», Νέα Ζωή», «Γράμματα», όπου έγραφε με το ψευδώνυμο Πέτρος Ψηλορείτης.
Το λογοτεχνικό του έργο είναι ποικίλο και μεγάλο. Είχε προταθεί επανειλημμένως για το βραβείο Νόμπελ της λογοτεχνίας, το 1956 του απονεμήθηκε το Ελληνικό Κρατικό Βραβείο Θεάτρου, όπως και το Βραβείο της Ειρήνης.Μετά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο στα 1919, ο Καζαντζάκης δέχτηκε τη θέση του Γενικού Γραμματέα του Υπουργείου Κοινωνικής Προνοιας. Την εποχή εκείνη χιλιάδες Ελλήνων λιμοκτονούσαν στον Καύκασο και τη Νότια Ρωσία οπού επικεφαλής μιας Αποστόλης Βοήθειας, πήγε ο Καζαντζάκης και οργάνωσε τις πρώτες βοήθειες σε τροφή, ιματισμό και φαρμακευτικά είδη, εφρόντισε δε για την μεταφορά των στην Ελλάδα. Ο Καζαντζάκης διετέλεσε υφηγητής της Νομικής Σχόλης και κατά το έτος 1945 και για μικρό διάστημα Υπουργός της Κυβερνήσεως Πλαστήρα.