Παύλος Σιδηρόπουλος – Μου ‘πες θα φύγω: Ένα θρυλικό τραγούδι, μια ολόκληρη ιστορία
Ο Παύλος Σιδηρόπουλος γεννήθηκε στις 27 Ιουλίου 1948 στην Αθήνα. Ήταν δισέγγονος του Αλέξη Ζορμπά και ανιψιός της ποιήτριας Έλλης Αλεξίου.
Ευαίσθητος, τρυφερός, ρομαντικός,ο Σιδηρόπουλος ήταν όλα αυτά και κάτι παραπάνω. Μια γοητευτική περσόνα που εισήλθε στην ροκ σκηνή σαν κομήτης.
Σπούδαζε τότε στο μαθηματικό τμήμα του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης στα τέλη της δεκαετίας του ’60, αλλά τα μαθηματικά και οι εξισώσεις δεν τον συγκίνησαν ποτέ.
Περπάτησε διάφορα μονοπάτια στην μουσική του διαδρομή, πέρασε από πολλά σχήματα, τραγούδησε συνθέσεις του Γιάννη Μαρκόπουλου και ακολούθησε τελικά μια ροκ πορεία που τα είχε όλα.
Συνεργασίες με γκρουπ σαν τους «Σπυριδούλα», τα «Μπουρμπούλια» το ντουέτο «Δάμων & Φειδίας» έχτισαν τον μύθο του Παύλου Σιδηρόπουλου με την χαρακτηριστική φωνή που σημάδεψε τραγούδια σαν το «Να μ’ αγαπάς».
Όπως όλοι σχεδόν οι μύθοι που ακολουθούν τους ροκ ήρωες, ο δικος του τον ήθελε ένα μοναχικό καβαλάρη με ευαισθησίες και όλα όσα τις ακολουθούν. Γυναίκες που πέρασαν και δεν έμειναν για πολύ, «άγριες» νύχτες με φίλους, ερωτικά βράδια που τέλειωναν το πρωί, μυθικές live εμφανίσεις και ναρκωτικά.
Το ειδοποιητήριο για να καταταγεί, τον βρίσκει τελείως αντίθετο. Δεν θέλει να πάει στον στρατό και όταν οι αναβολές τελειώνουν αποφασίζει να πάρει το γνωστό «τρελόχαρτο».
«Την άνοιξη του 1976 με ενάμιση μήνα στην Τρίπολη, είκοσι μία ημέρες στο 401 και τέσσερα ηλεκτροσόκ παίρνω το τρελόχαρτο» είχε πει σε μια συνέντευξή του, κάποια χρόνια αργότερα, όταν ήταν πλέον ευρέως γνωστός, ως ο πρίγκιπας της ελληνικής ροκ σκηνής.
Ήταν ένας τίτλος που δεν άλλαξε εν πολλοίς τον χαρακτήρα του Παύλου, ενός παιδιού που μεγάλωσε μέσα σε ένα άνετο οικονομικά περιβάλλον και στους κόλπους μιας αστικής οικογένειας, στην οποία κυριαρχούσε η πνευματική καλλιέργεια.
Με τους «Απροσάρμοστους» και το μυθικό πια «Zorba the Freak» είχε φτάσει στην πιο ώριμη ίσως καλλιτεχνική του στιγμή, έχοντας σίγουρα να δώσει κι άλλα.
Δεν πρόλαβε ίσως επειδή όλοι οι «καταραμένοι» πρίγκιπες φεύγουν από την ζωή, την στιγμή που βρίσκονται στην πιο δημιουργική τους φάση.
Έτσι κι εκείνος, ταξίδεψε στις 6 Δεκεμβρίου του 1990 για να συναντήσει τον Μόρισον, τον Χέντριξ και την Τζάνις όταν έκλεισε για πάντα τα μάτια του, σε εκείνο το διαμέρισμα στο Νέο Κόσμο.
Μου ‘πες θα φύγω – Ένα τραγούδι, μια ιστορία
Μέσα του 1970. Ο Παύλος είχε γνωρίσει την Κάθυ για την οποία είχε βγάλει και το ομώνυμο τραγούδι “Στην Κ.“. Μια κοπέλα με την οποία είχε μια μικρή αλλά έντονη σχέση από ότι αποδείχτηκε. Άλλωστε ο Παύλος ζούσε μέσα από τις σχέσεις παίρνοντας έμπνευση από αυτές. Πάντα έπαιζαν καταλυτικό ρόλο οι γυναίκες στη ζωή του, από τη μητέρα του που υπεραγαπούσε μέχρι και τις σχέσεις που είχε.
Χωρίζοντας από την Κ. γοητεύτηκε από μια συμμαθήτρια της την Γιόλα Αναγνωστοπούλου. Η Γιόλα ήταν αρκετό καιρό πριν ερωτευμένη με τον Παύλο. Όταν έμαθε οτι χώρισε απο την Κάθυ, πήγε να τον δεί σε ένα live στο Κύτταρο που έπαιζε τότε. Δε του μίλησε αλλά φεύγοντας, άφησε ένα φάκελο στον πορτιέρη του μαγαζιού με τις σκέψεις της που είχε γράψει για τον Παύλο και εκείνος το παρέδωσε σε εκείνον. Δεν περίμενε μάλιστα καμία ανταπόκριση από τον Παύλο παρόλα αυτά την πήρε τηλέφωνο. Όταν ξεκίνησαν όμως τη σχέση τους, προσπάθησε μέσα της να συγκρατήσει τον εαυτό της απο το να τον αγαπήσει. Προσπάθησε να κρατήσει μόνο στο σeξ στη σχέση τους για να μην δεθεί περισσότερο. Εξάλλου, ήταν μια κοπέλα με πολλές ανασφάλειες και φοβίες. Το άκρως αντίθετο του Παύλου δηλαδή. Η Γιόλα ήταν πιστή σε αυτόν αλλά ο Παύλος ήταν “αμοραλ” οπότε και “άπιστος” απέναντί της. Το «άπιστος» σε εισαγωγικά καθώς ήταν ξεκαθαρισμένες οι θέσεις από την αρχή. Τότε η Γιόλα ήταν περίπου 22 χρονών και ο Παύλος λίγο πρίν τα 30. Γνωριζόντουσαν όμως από μικρά καθώς οι οικογένειες τους μένανε κοντά η μια στην άλλη στα Πατήσια.
Και ήρθε η ώρα που η Γιόλα έπρεπε να φύγει για σπουδές στο Παρίσι και έπρεπε να το ανακοινώσει στον Παύλο. Έφτασε εκείνος σπίτι της, του είπε ότι φεύγει την επόμενη μέρα και ο Παύλος προσπάθησε να την μεταπείσει. Εκείνη το πήγε ακόμα παραπέρα λέγοντας του οτι χωρίζουν. Δυνατή σφαλιάρα για τον Παύλο που τότε καταλάβαινε πόσο πολύ την ήθελε. Η Γιόλα έφυγε και ο Παύλος έμεινε στις μαύρες του και τη σκέψη της. Είχαν βέβαια έναν ενδιάμεσο και έτσι θα μπορούσε να της στέλνει γράμματα. Μάλιστα, ηχογράφησε και μια κασέτα για εκείνη που της έστειλε κιόλας. Εκείνη την μέρα που του ανακοίνωσε το τέλος ο Παύλος έγραψε το “Μού πες θα φύγω“. Τους στίχους μόνο και τους έβαλε στο συρτάρι. Η μουσική και η παραγωγή του τραγουδιού έγινε αρκετά χρόνια αργότερα.
Στο μεταξύ για την ιστορία, ο Παύλος με την Γιόλα τα ξαναβρήκανε και είχαν μια μοιραία σχέση άρρηκτα συνδεδεμένη με το ταξίδι τους στο κόσμο της ηρωίνης. Λέγεται μάλιστα ότι η ίδια η Γιόλα έβαλε τον Παύλο στην ηρωίνη για να “τον κρατήσει”. Η ηρωίνη είναι και ο λόγος που χωρίσανε το 1980 και η αιτία που έφυγε και ο Παύλος. Όχι απο ανάγκη να την πάρει αλλά από επιλογή. Του είχε αχρηστέψει το ένα χέρι οπότε ένιωθε ανίκανος να δημιουργήσει με την κιθάρα του η να πάρει αγκαλιά την Ελένη Φιλίνη που είχαν σχέση τότε. Το είχε πει εξάλλου: “Αν θες να με σκοτώσεις πάρε μου το rock n roll“.
Έτσι – αφού εξαφανίστηκε μια περίοδο – πέρασε, είδε και χαιρέτησε έναν έναν τους φίλους του περνώντας το μήνυμα “είμαι καλά πλέον…δεν είμαι εξαρτημένος“. Τότε, ένα βραδάκι μετά απο μια επίσκεψη σε ένα μπάρ πίσω απο το Χίλτον, επισκέφθηκε μια φίλη του στο Νέο Κόσμο όπου πήρε τη τελευταία του δόση απο επιλογή και “έφυγε”… που λέει ο λόγος δηλαδή γιατί τέτοιοι άνθρωποι δεν φεύγουν ποτέ στην ουσία.
Αν θέλετε να μάθετε περισσότερα για την σχέση Παύλου – Γιόλας, ανατρέξτε στο βιβλίο του Μανώλη Νταλούκα με τίτλο «Το βιβλίο των ηρώων του τρόμου».
Πηγές: rockap – protothema – crookedminds