Το “Υπόγειο” των αδερφών Κατσιμίχα: Η ιστορία πίσω από την δημιουργία ενός σπουδαίου τραγουδιού

Το 1985 κυκλοφόρησαν τα «Ζεστά ποτά» του Χάρη και του Πάνου Κατσιμίχα, ένας από τους πιο σημαντικούς δίσκους της ελληνικής μουσικής σκηνής.
Τα πρώτα τραγούδια που ακούστηκαν στο ραδιόφωνο ήταν το «Ρίτα Ριτάκι» αλλά και το «Μια βραδιά στο Λούκι» που το ελληνικό κοινό τα υποδέχθηκε με μεγάλο ενθουσιασμό. Αργότερα όμως αγάπησε και τα υπόλοιπα τραγούδια του άλμπουμ, όπως τις «Προσωπικές Οπτασίες», το «Γέλα πουλί μου» ή τον «Φάνη». Το τραγούδι που έκλεινε τον δίσκο ήταν μία σπουδαία μελοποίηση του ποιήματος της Ρίτας Μπούμη Παπά, από την συλλογή της «Καινούργια χλόη» του 1952, το «Υπόγειο».
Ο ίδιος ο Πάνος Κατσιμίχας έχει μιλήσει για την ιστορία πίσω από το “Υπόγειο” στο agiosdimitriosnews.gr
Θα σας πω μια ιστορία που αφορά το τραγούδι ”Υπόγειο”, το οποίο υπάρχει στον πρώτο μας δίσκο τα ”Ζεστά Ποτά”. Ήταν Χριστούγεννα του 1980, και μετά από πολλές περιπλανήσεις είχα βρεθεί στην Αθήνα περιμένοντας να απολυθώ από το στρατό, μετά από 3 μήνες. Ένα απαίσιο πρωί, σε ένα απαίσιο στρατόπεδο, μου συνέβη ένα μικρό θαύμα. Υπηρετούσα στη σχολή Ευελπίδων στη γραμματεία, όπου ανάμεσα στις άλλες υποχρεώσεις μου (σκοπιές και τέτοια) ήταν να παραλαμβάνω την αλληλογραφία και να τη μοιράζω στους αξιωματικούς και τους καθηγητές της σχολής. Ένα πρωί, ήρθε το ταχυδρομείο και ανάμεσα στους εκατοντάδες φακέλους, στις επιστολές και διάφορα έγγραφα που έπρεπε να ταξινομήσω και να παραδώσω, έπεσε στα χέρια μου και ένα παλιό λογοτεχνικό περιοδικό η ”Νέα Εστία”, ένα πολύ σοβαρό και έγκυρο έντυπο, που κυκλοφορούσε από τη δεκαετία του `30.
Ξεφυλλίζοντάς το βιαστικά, έπεσε το μάτι μου σε μια σελίδα, όπου υπήρχε ένα ποίημα , το ”Υπόγειο”, της Ρίτας Μπούμη-Παππά. Το διάβασα βιαστικά, έσκισα τη σελίδα και την έβαλα στην τσέπη μου. Μετά από 2- 3 μέρες που είχα έξοδο, είδα το Χάρη, (ο οποίος κατά σύμπτωση είχε γυρίσει πριν μια βδομάδα από το Δ.Βερολίνο για να κάνει Χριστούγεννα μαζί μας). Του έδωσα το ποίημα και του είπα ”για κοίταξε εδώ, αυτό μπορεί να σε ενδιαφέρει”. Στην επόμενη έξοδό μου, όταν ξανασυναντηθήκαμε , μου είπε ”έλα ελα σου έχω μια έκπληξη”.Πήγαμε στην ταράτσα, στο παλιό φοιτητικό μας δωμάτιο, πήρε την κιθάρα και μου έπαιξε το Υπόγειο, όπως το ξέρετε.
Αν δεν άνοιγα τυχαία το περιοδικό και αν τυχαία δεν έπεφτε το μάτι μου στη σελίδα, δε θα υπήρχε το τραγούδι, ούτε εμείς θα το είχαμε γράψει, ούτε εσείς θα το είχατε ακούσει ποτέ. Απλά δε θα υπήρχε. Αν δεν είναι τυχαίο, σίγουρα είναι μεταφυσικό όλο αυτό που συνέβη. Έτσι τουλάχιστον το νιώθω εγώ“.
Στίχοι
Τους ήλιους δεν εμέτρησες
που σε ζητήσαν τόσα χρόνια.
Πού ‘σαι γυναίκα
με τα γαλάζια τσίνορα;
Σ’ έκρυψε στο φουστάνι της
η μαραμένη κοπέλα
πέντε χειμώνες σ’ έθαψαν
σε χιόνι λασπερό.
Μεγάλη νυχτερίδα τρέφεται
απ’ τη νιότη σου
γι’ αυτό νωρίς βραδιάζει
πριν χορτάσεις.
Το μεσημέρι καίει
στα ψηλά τα δώματα,
το κύμα του ξανθό
λούζει τους δρόμους.
Πεθαίνεις με τους ποιητές
κάθε ηλιοβασίλεμα.
Τα χέρια σου μυρίζουν
απ’ τα μαλλιά τους.
Χτυπάει η καμπάνα
που δεν πιστεύεις πια.
Σε ξένη αυλή συνομιλείς
με το φεγγάρι.
Σου ‘φερε ο Μυλόζ
φέτος την άνοιξη.
Την πείνα σου ποιος άλλος
μπορούσε να νοιαστεί;
Φουρτούνιασε τη γειτονιά
το φιλντισένιο αμάξι του.
Γίνου όμορφη, γίνου όμορφη,
στα περιβόλια θα σε δείξει.
Έχεις ένα χαμόγελο
από μαργαριτάρια,
ψαράδες Σικελοί
στο ταίριαξαν να το φοράς.
Ψάξε και βρες το
πριν σε κλείσει η νύχτα
σ’ ένα υπόγειο βαθύτερο
από τούτο.