Τράβηξε ένα μικρό σχοινί στη σοφίτα και αποκάλυψε ένα μυστικό που παρέμενε κρυμμένο για 70 χρόνια.
Μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, ο Rudi Schlattner και η οικογένειά του εκδιώχθηκαν από το σπίτι τους στην Τσεχοσλοβακία και δεν επέστρεψαν για τα επόμενα 70 χρόνια που ακολούθησαν.
Μέχρι που πρόσφατα ο Schlattner αποφάσισε ότι ήρθε η στιγμή να επιστρέψει επιτέλους στο σπίτι που μεγάλωσε. Και όταν το έκανε, ανακάλυψε κάτι απίστευτο.
Πριν φύγει η οικογένεια του από το σπίτι, ο πατέρας του Rudi, έκρυψε μερικά από τα πιο πολύτιμα αντικείμενα που είχε στη σοφίτα για να μην κατασχέσουν από την Τσεχική κυβέρνηση. Ο θησαυρός της οικογένειας παρέμενε κρυμμένος για πάνω από επτά δεκαετίες, περιμένοντας κάποιον να τον ανακαλύψει. Και αυτός ο κάποιος ήταν ο Rudi Schlattner.
Αμέσως μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, ο Rudi Schlattner και η οικογένειά του εγκατέλειψαν το σπίτι τους στην Τσεχοσλοβακία. Αναγκάστηκαν να αφήσουν το σπίτι τους λόγω της απόφασης της Τσεχικής κυβέρνησης να εκδιώξει όλους τους εθνοτικούς Γερμανούς από τη χώρα.
Ο Schlattner, ο οποίος σήμερα είναι 80 ετών, πάντα ήθελε να επιστρέψει στο πατρικό του σπίτι. Ήρθε σε επαφή με κυβερνητικούς αξιωματούχους του Libouch, ενός χωριού στα βορειοδυτικά προάστια της Τσεχικής Δημοκρατίας όπου βρίσκεται το πατρικό του σπίτι και έμαθε ότι πλέον το σπίτι του έχει γίνει νηπιαγωγείο.
Ακόμη και έτσι όμως ο Schlattner ήθελε να το δει για τελευταία φορά πριν πεθάνει. Και όταν το επισκέφτηκε ανακάλυψε κάτι απίστευτο.
Ανέβηκε στη σοφίτα και είδε ένα μικρό κομμάτι σπάγκο που κρέμονταν από τα ξύλα. Μόλις το τράβηξε εμφανίστηκαν μπροστά του μια σειρά από ράφια.
Στα ράφια ήταν καλά κρυμμένοι όλοι οι “θησαυροί” της οικογένειας του που ο πατέρας του δεν μπορούσε να πάρει μαζί τους όταν έφυγαν. Ο πατέρας του του είχε μιλήσει για το μυστικό του αλλά δεν του είχε εξηγήσει πως θα το αποκαλύψει.
Ο Schlattner ζούσε πάντα με τον φόβο ότι κάποιος που θα ανακαίνιζε το σπίτι θα είχε βρει το μυστικό της οικογένειας Αλλά μέχρι σήμερα παρέμεινε καλά κρυμμένο.
Στα ράφια ο πατέρας του Schlattner είχε κρύψει συνολικά 70 πακέτα. Σύμφωνα με τον Tomas Okura, τον διευθυντή του μουσείου που ήταν παρών στη ανακάλυψη, ο 80χρονος χτύπησε απαλά όλες τις ξύλινες επιφάνειες της σοφίτας με ένα σφυρί για να εντοπίσει ποιο σημείο του τοίχου ήταν “κούφιο”.
“Αλλά όλα τα σημεία που χτύπησε έβγαζαν τον ίδιο ήχο”, είπε ο Okura σε μια καθημερινή εφημερίδα της Τσεχίας. “Στη συνέχεια, προσπάθησε να βρει κάποιο σχοινί να κρέμεται από τον τοίχο”. Και το βρήκε..
Μερικά από τα πακέτα, τα οποία έχουν μείνει ανέγγιχτα για 70 χρόνια, ήταν τυλιγμένα με καφέ χαρτί. Υπήρχαν καπέλα, κρεμάστρες, εφημερίδες, πίνακες ζωγραφικής, ακόμα και σκι.
Μέσα στα πακέτα υπήρχαν ακόμη ομπρέλες, χαρτιά, στυλό, πίνακες, τσιγάρα, κονκάρδες, βιβλία, κάλτσες και σετ ραπτικής. Όλα τα αντικείμενα ήταν σε πολύ καλή κατάσταση.
Ο πατέρας του Schlattner έχτισε το σπίτι μεταξύ του 1928 και του 1929. Έφυγε αναγκαστικά από το σπίτι του αλλά πάντα επιθυμούσε να επιστρέψει μια μέρα και να ανακτήσει την περιουσία του.
Οι “θησαυροί” που ανακάλυψε ο Schlattner φυλάσσονται πλέον προσωρινά σε μουσείο στην Τσεχική πόλη Usti nad Labem. Η κυβέρνηση της Τσεχίας έχει το δικαίωμα να κρατήσει νόμιμα όλα τα ακίνητα και τα αντικείμενα που άφησαν πίσω τους οι Γερμανοί μετά τον πόλεμο.
Λαμβάνοντας υπόψη τις περιστάσεις κάτω από τις οποίες βρέθηκαν αυτά τα αντικείμενα, έχουν δεδομένα μεγάλη ιστορική αξία.
“Τα πακέτα ήταν πολύ επιδέξια κρυμμένα στη σοφίτα», είπε ο Okura. «Ήταν απίστευτο πόσα πράγματα χώρεσαν σε ένα τόσο μικρό χώρο. Χρειάστηκε περισσότερο από μία ώρα μέχρι να τα βγάλει όλα έξω”.
Σύμφωνα με τον διευθυντή του μουσείου, μια τέτοια ανακάλυψη κρυφών “γερμανικών αντικειμένων” είναι πολύ σπάνια στην περιοχή.
Δεν έχει αποφασιστεί ακόμη σε ποια μουσεία θα καταλήξουν τα αντικείμενα αλλά ο Schlattner έχει αποδεχθεί το γεγονός ότι δεν θα καταλήξουν σε αυτόν.
Κατά τη διάρκεια της απομάκρυνσης των εθνοτικών Γερμανών από την Τσεχία μετά τον πόλεμο, πάνω από ένα εκατομμύριο άμαχοι αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους. Η πλειοψηφία τους μετακόμισε στην Δυτική Γερμανία ενώ οι υπόλοιποι στην μεταπολεμική σοβιετική ζώνη.