«Φοβάμαι όλα αυτά που θα γίνουν για μένα…»: Η ιστορία του θρυλικού τραγουδιού και της φράσης που έγινε σύνθημα
Ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου τραγούδησε πριν από 41 χρόνια το θρυλικό πλέον «Φοβάμαι», το οποίο έμελλε να γίνει σύνθημα μιας ολόκληρης γενιάς.
Η φωνή του Βασίλη Παπακωνσταντίνου, η μουσική του Γιάννη Ζουγανέλη και η ποίηση του Ανδρέα Πανταζή έγιναν σύνθημα στα χείλη όλων. Ποιος είναι όμως ο ποιητής – καθηγητής που το έγραψε;
Από τους τρεις δημιουργούς, δεν γνωρίζουμε πολλά για τον ποιητή και καθηγητή Αγγλικών, ο οποίος έγραψε το «Φοβάμαι». Πρόκειται για τον Ανδρέα Πανταζή που γεννήθηκε στους Χράνους του Νομού Αρκαδίας το 1947. Σπούδασε την αγγλική γλώσσα και κοινωνικές επιστήμες. Εργάζεται στην Αθήνα, ως καθηγητής της αγγλικής, στο Κέντρο Ξένων Γλωσσών που διευθύνει. Έχει συγγράψει ποιητικές συλλογές, πεζό λόγο, μελέτες και θέατρο. Όπως σημειώνει ο ίδιος, του αρέσει να φαντάζεται τον εαυτό του ως «αιώνιο σπουδαστή Πλανητών, Αστέρων και Γαλαξιών στο Πανεπιστήμιο της Φύσης, που παρακολουθεί μαθήματα λουλουδιών, κοπαδιών πουλιών, ποταμών και βουνών. Ξεκινάει συνεχώς ταξίδια στα γαλάζια μάτια και τις θάλασσες, τις ηπείρους των μύθων και των οραμάτων της Ανθρώπινης Φύσης». Έχει ασχοληθεί ένθερμα με τη συγγραφή, ενώ παρήγαγε έργα διαφόρων μορφών και παραμένει πάντα ερωτευμένος με την ποίηση.
Ενδιαφέρον παρουσιάζει και η γέννηση του «Φοβάμαι». Η επίσκεψη του Βασίλη Παπακωνσταντίνου σε ένα βιβλιοπωλείο αποδείχθηκε σημαδιακή. Ένα σκονισμένο βιβλίο, «κρυμμένο» στο ράφι, με τίτλο «Εσωτερικό ταχυδρομείο» έκρυβε θησαυρό. Όπως ο ίδιος ερμηνευτής έχει εξομολογηθεί στο παρελθόν, το συγκεκριμένο ποίημα του κέντρισε αμέσως το ενδιαφέρον. Ο τότε συνεργάτης του, Γιάννης Ζουγανέλης το έντυσε μουσικά και όλα τα υπόλοιπα είναι πλέον ιστορία…
Στίχοι
Μπροστά σου τα φώτα μιας πολιτείας
Που περιμένει τις ανασκαφές
Και τα κλουβιά με τα καναρίνια που κοιμούνται βαλμένα στη σειρά
Κι εγώ που δεν έμαθα ακόμα ποιος είμαι
Ένας κουρασμένος σκοπός, χωρίς προοπτική
Και συ που σε λίγο θα σβήσεις
Ένα από τα φώτα, για να κοιμηθείς με κάποιον που μου μοιάζει
Έτσι που τα σίδερα του κλουβιού
Να χαθούν για μια στιγμή, μέσα στο σκοτάδι
Φοβάμαι όλα αυτά που θα γίνουν για μένα χωρίς εμένα
Τα ρούχα μου παλιώσανε και δεν αντέχουν
τρύπες στα γόνατα από τις υποκλίσεις
τσέπες ξηλωμένες απ’ τα κέρματα
χαλασμένα φερμουάρ, χάσκουν χρεοκοπία
Το κορμί μου μελανιασμένο
μες το κρύο σαν λάθος
που δεν το παραδέχεται κανένας
γυρνάει και ζητά τη ζεστασιά σου
Φοβάμαι όλα αυτά που θα γίνουν για μένα χωρίς εμένα
Τα τσιμέντα σου καινούρια
με έπιπλα λουστραρισμένα
Και μάρμαρα λευκά
μια γυαλάδα που στραβώνει
και δε σ’ αφήνει χώρο να σταθείς
και μόνο εγώ απ’ όλα εκεί μέσα σαπίζω σαν σε αρχαίο τάφο
Σκεύη παραστάσεις βρέθηκαν εκεί
εκτός από εμένα, που σε κρύπτη μυστική
ψάχνω ακόμη να σε βρω να με αναστήσεις
Φοβάμαι όλα αυτά που θα γίνουν για μένα χωρίς εμένα
Τα ρούχα μου παλιώσανε και πέφτουν
Σαν χρεοκοπημένες κυβερνήσεις
Γέρασα μ’ ένα παιδικό παντελονάκι
Και το πλοίο δε φάνηκε ακόμη
Σε σφίγγω πιο πολύ γιατί κρυώνω
το κορμί μου δρόμος, που εκτελούνται δημόσια έργα
Κομπρεσέρ μ’ ανοίγουν και με κλείνουν
Τράβα λίγο τη κουρτίνα να με δεις
έγινα διάδρομος για στρατιωτικά αεροπλάνα
Και το μυαλό μου, αποθήκη, για ραδιενεργά κατάλοιπα
Μέτρα ασφαλείας πήρανε, για την αναπνοή μου
και σε πολυεθνικό μονόδρομο, το μέλλον μου δώσαν αντιπαροχή
Φοβάμαι όλα αυτά που θα γίνουν για μένα χωρίς εμένα
Έτσι ζω προκαταβολικά το παρελθόν μου
και με δυο γυμνά καλώδια για χέρια
αγκαλιάζω τα ψηλά σου volt για στερνή φορά
Φοβάμαι
enikos.gr