The Sound of Silence: H συγκινητική ιστορία του τραγουδιού των Simon & Garfunkel
60 χρόνια πριν, ο Πολ Σάιμον ξεκίνησε να γράφει το The Sound of Silence, ένα τραγούδι που λίγο αργότερα θα γινόταν μία από τις μεγαλύτερες επιτυχίες των 70s. Ποια είναι όμως η ιστορία πίσω από αυτό το τραγούδι;
Στις 19 Φεβρουαρίου του 1963 και σε ηλικία μόλις 21 ετών, ο μουσικός Πολ Σάιμον άρχισε να γράφει ένα τραγούδι, ενώ δούλευε ως εξωτερικός συνεργάτης σε μία εταιρία παραγωγής. Ευτυχώς για τον ίδιο, λίγο πριν προλάβει να τους δώσει το καινούριο κομμάτι που είχε ετοιμάσει, τσακώθηκε με τους υπεύθυνους της εταιρίας και παραιτήθηκε, κρατώντας το πλέον γνωστό και αγαπημένο «The Sound of Silence» για τον εαυτό του.
Μπορεί κάποιοι να ήρθαν σε πρώτη επαφή με το τραγούδι αυτό κατά τη διάρκεια της καραντίνας, όταν όλα σχεδόν τα χιουμοριστικά βιντεάκια που παρουσίαζαν τη ζωή κατά τη διάρκεια της πανδημίας είχαν για μουσική υπόκρουση τον στίχο “Hello darkness my old friend”, όμως το «The Sound of Silence» ήταν μία από τις μεγαλύτερες επιτυχίες των 70s αλλά και αργότερα των 10s, όταν το 2015 διασκευάστηκε από τους Disturbed, οι οποίοι μας χάρισαν την εκδοχή του τραγουδιού που θεωρείται η πλέον διαδεδομένη.
Στην πραγματικότητα, ο Πολ Σάιμον δεν εμπνεύστηκε μόνο από το σκοτάδι της ψυχής του, αλλά και από το πραγματικό σκοτάδι του μπάνιου του, στο οποίο όταν ήταν μικρός έκλεινε τα φώτα και τραγουδούσε, απολαμβάνοντας την ακουστική που προσέφερε το μέρος.
Η γέννηση του ντουέτου
Όταν το 1964 ο Σάιμον είχε έτοιμο το «The Sound of Silence», άρχισε να ψάχνει μία δισκογραφική εταιρία. Ο δρόμος του τον έφερε στον Τομ Γουίλσον, υπεύθυνο της Columbia Records, ο οποίος πρότεινε στον Σάιμον να αναλάβουν το τραγούδι οι The Pilgrims, ένα ανερχόμενο συγκρότημα της εποχής. Ο Πολ όμως δεν ενθουσιάστηκε με την ιδέα αυτή, καθώς είχε γράψει το τραγούδι αυτό για ντουέτο. Έτσι, αποφάσισε να πείσει τον φίλο του Αρτ Γκαρφάνκελ να τραγουδήσουν μαζί το κομμάτι για να το παρουσιάσουν στον παραγωγό και να πειστεί πως είναι κατάλληλο για ντουέτο, και τα υπόλοιπα ανήκουν στην ιστορία.
Το συμβόλαιο του νεοσύστατου ντουέτου της Columbia Records, ακολούθησε η πρώτη ηχογράφηση του τραγουδιού τους, το οποίο παρουσιάστηκε στο πρώτο τους άλμπουμ, “Wednesday Morning, 3 AM“. Το άλμπουμ αυτό δεν γνώρισε την επιτυχία που όλοι περίμεναν και το μουσικό δίδυμο αποφάσισε να χωρίσει τους δρόμους του και να συνεχίσει τις σπουδές του.
Το 1965, και ενώ ο Πολ Σάιμον και ο Αρτ Γκαρφάνκελ βρίσκονταν σε διαφορετικές ηπείρους, ο Τομ Γουίλσον αποφάσισε να δώσει στο τραγούδι μία πιο ενδιαφέρουσα μορφή, προσθέτοντας κάποια ηλεκτρικά όργανα, εκμεταλλευόμενος την άνοδο της φολκ-ροκ μουσικής εκείνη την περίοδο. Η έμπνευση του αυτή αποδείχθηκε σωτήρια για το τραγούδι, το οποίο άρχισε να σκαρφαλώνει στις πρώτες θέσεις των chart παγκοσμίως.
Το νόημα πίσω από τους γνωστούς στίχους του τραγουδιού
Σύμφωνα με τον Αρτ Γκαρφάνκελ, το τραγούδι επικεντρώνεται κυρίως στην αδυναμία των ανθρώπων να επικοινωνήσουν μεταξύ τους. Στην ουσία, οι στίχοι ρίχνουν φως στους ανθρώπους που δεν μπορούν να αγαπήσουν ο ένας τον άλλο πραγματικά, καθώς δεν αφήνουν τους εαυτούς τους ελεύθερους να επικοινωνήσουν τις αληθινές τους σκέψεις και έτσι να συνδεθούν μεταξύ τους σε συναισθηματικό επίπεδο.
Ενώ οι στίχοι του «The Sound of Silence» μπορεί να φαίνονται περίπλοκοι στη αρχή, το νόημα που κρύβεται από πίσω τους είναι διαχρονικό. Εξάλλου, πάντα θα υπάρχει η ανάγκη να ακολουθήσουμε τη μάζα, γιατί χρόνια τώρα πιστεύουμε πως αυτό είναι το σωστό, χωρίς να σκεφτούμε τι πραγματικά θέλουμε και πως θα φτάσουμε στην προσωπική μας ευημερία.
Η ιστορία πίσω από την συμμέτοχη του Αρτ Γκαρφάνκελ
Αν και ο Σάιμον έγραψε το τραγούδι, οι στίχοι του «The Sound of Silence» περιγράφουν απόλυτα την ιστορία πίσω από την φιλία του Αρτ Γκαρφάνκελ με τον Σάνφορντ Γκρίνμπεργκ.
Η φιλία τους γεννήθηκε το 1959, όταν οι δύο νεαροί ξεκίνησαν να φοιτούν στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια. Γρήγορα έγιναν αχώριστοι, και αυτό 2 χρόνια αργότερα αποδείχτηκε μονόδρομος, καθώς ο Γκρίνμπεργκ έχασε την όρασή του. Παρακολουθούσε έναν αγώνα μπέιζμπολ όταν είδε την όρασή του να θολώνει. Σύντομα, μπορούσε να δει μόνο το σκοτάδι. Αν και οι γιατροί διέγνωσαν ότι έπασχε από επιπεφυκίτιδα και ότι η τύφλωση θα περνούσε σύντομα, δεν έγινε έτσι. Αργότερα διαπιστώθηκε ότι έπασχε από γλαύκωμα που είχε καταστρέψει τα οπτικά νεύρα του Γκρίνμπεργκ . Δεδομένου ότι ο Γκρίνμπεργκ καταγόταν από ένα απλό σπίτι, η οικογένειά του δεν είχε χρήματα για να τον βοηθήσει. Ως εκ τούτου, ο νεαρός άνδρας εγκατέλειψε το κολέγιο. Ψυχολογικά, ήταν σε έντονη κατάθλιψη. Ο Γκρίνμπεργκ σταμάτησε να μιλά στους ανθρώπους και απομονώθηκε. Τότε ήταν που ο Γκαρφάνκελ ήρθε κοντά του και είπε στον Γκρίνμπεργκ να επιστρέψει στην Κολούμπια. Μετά από πολλή επιμονή από τον φίλο του, ο Γκρίνμπεργκ συμφώνησε και γράφτηκε για άλλη μια φορά στο πανεπιστήμιο. Στο κολέγιο, εξαρτιόταν πλήρως από τον φίλο του. Και ο Γκαρφάνκελ άλλαξε τη ζωή του στο πανεπιστήμιο για να φιλοξενήσει τον τυφλό φίλο του, βοηθώντας τον να περπατήσει στην τάξη, να περιποιηθεί τις πληγές του, να περπατήσει μαζί στην πόλη, να του συμπληρώσει έντυπα κ.λπ. Ο Γκαρφάνκελ αποκαλούσε τον εαυτό του «Σκοτάδι» όταν βρισκόταν κοντά στον Γκρίνμπεργκ , ένδειξη ενσυναίσθησης προς τον φίλο του. Από τότε, οι δύο νεαροί πήγαιναν σχεδόν παντού μαζί και ο Γκαρφάνκελ έκανε τα πάντα για να βοηθήσει τον φίλο του να συνηθίσει τον νέο τρόπο ζωής του. Ήταν πλέον ο ένας το στήριγμα του άλλου και μόνο το 1964 χρειάστηκε να χωριστούν οι δρόμοι τους, για να γεννηθεί το «The Sound of Silence».
Ο Αρτ Γκαρφάνκελ είχε μαγευτεί από τους στίχους που είχε δημιουργήσει ο παιδικός του φίλος, Πολ Σάιμον, και βλέποντας τον εαυτό του και τη φιλία του με τον Γκρίνμπεργκ μέσα σε αυτούς, δέχτηκε αμέσως να βοηθήσει. Ο Γκρίνμπεργκ, από την πλευρά του, ήταν ο λόγος που τελικά κυκλοφόρησε το τραγούδι, που μέχρι και σήμερα συντροφεύει τις λίγο πιο… δύσκολες στιγμές μας. Όταν ο Γκαρφάνκελ ζήτησε από τον νεαρό φίλο του 400$ για τις ανάγκες του άλμπουμ, ο Γκρίνμπεργκ του έδωσε τα τελευταία του χρήματα χωρίς δεύτερη σκέψη, βάζοντας το λιθαράκι του στην κυκλοφορία του πλέον κλασικού φολκ κομματιού, «The Sound of Silence».
Την επόμενη χρονιά, το τραγούδι έφτασε στο νούμερο 1. Αν και ο Simon έγραψε το τραγούδι, οι στίχοι του The Sound of Silence είναι γεμάτοι με τη συμπόνια του Γκαρφάνκελ ως «Darkness», τον «σύντροφο» του Γκρίνμπεργκ από τότε που τυφλώθηκε. Αυτό φαίνεται από τις αρχικές γραμμές του τραγουδιού: «Γεια σου σκοτάδι, παλιό μου φίλε, ήρθα να μιλήσω ξανά μαζί σου». Ο Simon και ο Γκαρφάνκελ συνέχισαν να έχουν τεράστια καριέρα. Όσο για τον Γκρίνμπεργκ, έγινε επιτυχημένος επιχειρηματίας και δημιούργησε ένα βραβείο 3 εκατομμυρίων δολαρίων για να βρει μια θεραπεία για την τύφλωση.