Vazelonas: Συγκινεί το τραγούδι στην Ελληνική διάλεκτο Ρωμαίικα που μιλούν σε ορεινά χωριά της Τουρκίας
Ο Αντέμ Εκίζ από την Τραπεζούντα τραγουδά για το εγκαταλελειμμένο μοναστήρι του Βαζελώνα στον Πόντο και συγκινεί.
Ο Αντέμ Εκίζ (Adem Ekiz) ευρύτερα γνωστός με το καλλιτεχνικό ψευδώνυμο Beşköylü Adem, είναι Τούρκος μουσικός και τραγουδιστής ποντιακής καταγωγής και έγινε γνωστός κυρίως επειδή είναι από τους λίγους καλλιτέχνες της Τουρκίας που χρησιμοποιεί σε όλη του τη μουσική διαδρομή την Ποντιακή διάλεκτο ή τα «ρωμαίικα», όπως την αποκαλούν οι κάτοικοι του σημερινού Πόντου.
«Η μουσική ενώνει. Μπορεί να ενώσει ολόκληρο τον κόσμο και μαζί μ΄ αυτόν και τις δύο πλευρές του Αιγαίου αλλά και όλους τους λαούς της Μαύρης Θάλασσας» είχε δηλώσει πριν μερικά χρόνια σε συνέντευξη του στο «Βήμα».
Ο τραγουδοποιός από το χωριό Καλλίστη της περιοχής Μπέσκιοϊ των Σουρμένων της επαρχίας Τραπεζούντας, συγκινεί με το τραγούδι για τον Άγιο Ιωάννη τον Βαζελώνα.
«Την ιδέα για την τραγωδία συνέλαβα ένα χρόνο πριν. Οι στίχοι εξηγούν επακριβώς την ιστορία. Ανεβαίνοντας προς την Παναγια Σουμελά, περάσαμε με φίλους από τον Βαζελώνα. Μπροστά στη θέα των ερειπίων και των γκρεμισμένων ντουβαριών δεν ξέρω τι έπαθα. Συγκινήθηκα. Με στενοχώρησε
αυτό που είδα», σχολιάζει στο e-Pontos.gr και προσθέτει:
«Τα περισσότερα τραγούδια μας απευθύνονται στη Σουμελά. Με αξίωσε ο θεός και έγραψα πρώτος για τον Βαζελώνα».
Αχ Τραπεζούντα μ’ , Τραπεζούντα μ’!
Νια ατοίν που έχουνε σε χαρεμένοι είναι…και νια ατοίν που εφέκανε σε και έφυγαν ‘ς σα μακρά, ‘ς σα πολλά μακρά.
Σίτια επέγνα ‘ς ση Σουμελά είδα τον Βαζελώνα. Έγραψα έναν τραγωδίαν, τ’ ομμάτια μ’ δακρωμένα.
Εχαλάγαν τα ντουβάρια σ’, εσάπαν τα στουλάρια σ’, χορτάρια και κιντέατα ‘φύτρωσαν ολό’ερα σ’.
Ελέπ’νε σε η Σουμελάν κι ο Περιστερεώτα’ν, Βαζελώνα μ’ ‘κι επέμ’νε σε νια παραθύρ’ νια πόρταν.
Ρεφρέν 1: Η Τραπεζούντα κι ο Πόντον κι όλια τα μοναστήρια, επέμ’νετε άμον ορφανά ‘ς σα ησούζ’κα τα μέρια.
Ρεφρέν 2: Η Αργυρούπολη κι ο Πόντον κι όλια τα μοναστήρια, επέμ’νετε άμον ορφανά ‘ς σα ησούζ’κα τα μέρια.
Ρεφρέν 3: Η Σαμψούντα κι ο Πόντον κι όλια τα μοναστήρια, η Ριζούντα κι ο Πόντον κι όλια τα μοναστήρια επέμ’νετε άμον ορφανά ‘ς σα ησούζ’κα τα μέρια.
Ρωμαίικα: Η υπό εξαφάνιση ελληνική διάλεκτος που μιλούν σε ορεινά χωριά της βόρειας Τουρκίας
Η Δρ. Ιωάννα Σιταρίδου, λέκτορας στο Πανεπιστήμιο του Κέμπριζ σημειώνει: «Τα Ρωμαίικα διατηρούν έναν εντυπωσιακό αριθμό γραμματικών γνωρισμάτων, τα οποία προσθέτουν ένα αρχαίο ελληνικό άρωμα στη δομή της διαλέκτου. Τα χαρακτηριστικά αυτά έχουν εξαφανισθεί τελείως από άλλες μοντέρνες παραλλαγές της σύγχρονης ελληνικής γλώσσας.»
«Η χρήση του απαρεμφάτου έχει χαθεί σε όλες τις άλλες γνωστές ελληνικές διαλέκτους σήμερα π.χ. οι ομιλητές των νέων ελληνικών θα έλεγαν «Δεν μπορούσα να πάω» αντί «Δεν μπορούσα πηγαίνειν». Αλλά στα Ρωμαίικα, όχι μόνο διατηρείται το απαρέμφατο, αλλά συναντάμε ιδιόρρυθμες απαρεμφατικές δομές οι οποίες δεν έχουν παρατηρηθεί ποτέ, παρά μόνο στις λατινικές γλώσσες.»
Η Ποντιακή διάλεκτος είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα από γλωσσολογική άποψη, καθώς περιέχει λέξεις και δομές που θυμίζουν την αρχαία ελληνική γλώσσα. Ένα παράδειγμα είναι η χρήση της λέξης “αντίον” για να δηλώσει την άρνηση, που προέρχεται από την αρχαία λέξη “αντί”. Επίσης, η προφορά, η γραμματική και το λεξιλόγιο διαφέρουν σημαντικά από τα Νέα Ελληνικά, γεγονός που καθιστά τη διάλεκτο αυτή ιδιαίτερα δύσκολη για όσους δεν είναι εξοικειωμένοι με αυτήν.
Παραδείγματα λέξεων και εκφράσεων που συναντώνται στα Ρωμέικα περιλαμβάνουν το «καλατσεύω» (μιλώ), «καλόν» (ευχαριστώ) και το «κούρτσος» (νεαρός).
Οι χωρικοί που μιλούν Ρωμαίικα, η οποία δεν έχει γραπτή μορφή, παρουσιάζουν άλλα σημάδια γεωγραφικής και πολιτισμικής απομόνωσης. Σπανίως παντρεύονται εκτός της κοινότητάς τους και παίζουν την παραδοσιακή τους μουσική με ένα ειδικό όργανο, την λύρα. Η Δρ. Σιταρίδου αναφέρει: «Γνωρίζω μόνο έναν άντρα που παντρεύτηκε εκτός του χωριού του. Η μουσική είναι χαρακτηριστική και δεν μπορεί να μπερδευτεί με τίποτα άλλο. Είναι πραγματικά μοναδική για τους ομιλητές της Ρωμαίικα.»
Μια πιθανότητα είναι ότι οι σημερινοί ομιλητές της Ρωμαίικα είναι οι άμεσοι απόγονοι των αρχαίων Ελλήνων που έζησαν στην ακτή της Μαύρης Θάλασσας για χιλιάδες χρόνια, ίσως από τον 6ο ή 7ο αιώνα π.Χ. όταν η περιοχή κατοικήθηκε για πρώτη φορά. Αλλά είναι επίσης πιθανό, να είναι οι απόγονοι γηγενών πληθυσμών ή μιας φυλής μεταναστών, οι οποίοι ενθαρρύνθηκαν ή αναγκάστηκαν να μιλήσουν την γλώσσα των αρχαίων Ελλήνων εποίκων.(σ.ε.δ πράγμα αδύνατον.)
Σήμερα, τα Ρωμέικα μιλιούνται κυρίως από τους ηλικιωμένους της ποντιακής κοινότητας, και ο αριθμός των ομιλητών μειώνεται. Παρά τη μείωση αυτή, υπάρχει ενδιαφέρον από γλωσσολόγους και πολιτιστικούς φορείς για την καταγραφή και διατήρηση της διαλέκτου. Εκδόσεις λεξικών, γλωσσικών οδηγών και ηχογραφήσεων, καθώς και η διδασκαλία της γλώσσας σε ποντιακούς συλλόγους, αποτελούν μερικά από τα βήματα που γίνονται για να διατηρηθεί η γλωσσική αυτή κληρονομιά.
Τα Ρωμέικα δεν είναι απλώς μια διάλεκτος της ελληνικής γλώσσας, αλλά ένας ζωντανός συνδετικός κρίκος με το παρελθόν, ένας πολιτιστικός θησαυρός που αντικατοπτρίζει την ιστορία, την αντοχή και την ταυτότητα των Ποντίων. Η διατήρηση και διάδοση της διαλέκτου αυτής είναι σημαντική, όχι μόνο για τους ίδιους τους Ποντίους, αλλά και για ολόκληρο τον ελληνισμό και τη γλωσσολογική κοινότητα. Μέσα από τη διατήρηση της Ποντιακής διαλέκτου, διατηρείται και ένα κομμάτι της παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς.
Δείτε το ρεπορτάζ της ΕΤ3 και του Χρήστου Αντωνιάδη